Ιερά Μητρόπολη Σιδηροκάστρου. Ευχαριστούμε για την επίσκεψή σας.

Κυριακή 5 Ιουνίου 2016

ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΜΙΑΣ, ΑΓΙΑΣ, ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ. «ΞΕΠΟΥΠΟΥΛΙΑΣΜΑ» ΚΑΙ ΑΝΑΙΡΕΣΙΣ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΚΩΝ (ΚΙ ΕΝΙΟΤΕ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΚΩΝ) ΚΑΤΗΓΟΡΙΩΝ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΟΥ ΤΟΥ FACEBOOK Ο ΟΠΟΙΟΣ ΑΝΕΡΥΘΡΙΑΣΤΩΣ ΚΑΙ ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΩΣ ΣΤΡΕΦΕΤΑΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΩΝ ΑΥΤΩΝ.



ΙΩΑΝΝΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ & PAPYRUS 52






ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ










































Αγαπητοί αναγνώστες

   Όσοι εξ υμών διαβάσατε τον διάλογο που αυτές τις ημέρες διεξάγεται μεταξύ συνεργάτου τής Μητροπόλεώς μας και τού εν λόγω Προτεστάντη θα διεπιστώσατε, ότι ο τελευταίος δημοσίευσε με ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΟ τρόπο ένα ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥ ΥΦΟΥΣ κείμενο, ο οποίος, ενώ εις την αρχή «εγκωμιάζει» τρόπον τινά τούς Πατέρες τής Εκκλησίας, εν συνεχεία στρέφεται με μανία εναντίον αυτών, προσπαθώντας απεγνωσμένα να τούς υποβιβάσει – υποτιμήσει, επιδιώκοντας έτσι να «αποδείξει» ως πεπλανημένη την Ορθόδοξο Εκκλησία (την διδασκαλία τών οποίων Πατέρων ακολουθεί), ελπίζοντας ταυτοχρόνως δι’ αυτού τού τρόπου να «αναδείξει» το δικό του πιστεύω – «εκκλησία» ως τα μόνα σωστά και Αποστολικής προελεύσεως!

   Το εάν ο Προτεστάντης επέτυχε τον ανωτέρω σκοπό του, αυτό το συμπέρασμα θα το εξάγουμε όταν διαβάσουμε με προσοχή την απάντηση που συντάξαμε ειδικά για το εν λόγω κείμενο. Ένα κείμενο εις το οποίο ΑΝΑΓΚΑΣΤΗΚΑΜΕ να επέμβουμε ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΚΩΣ, άλλοτε προσθέτοντας και άλλοτε αφαιρώντας κάποια σημεία στίξεως, ώστε να γίνει υποφερτό προς ανάγνωση, διότι είχε τόσες ατέλιες που ήτο δυσανάγνωστο και τα νοήματά του όχι ευκόλως κατανοητά.

   Χαρακτηριστικό τού εν λόγω κειμένου, όπως όλοι εν συνεχεία θα διαπιστώσουμε, είναι η ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗ ΠΑΡΑΠΟΜΠΩΝ! Άλλωστε ένα από τα χαρακτηριστικά τών αιρετικών και εχθρών τής Εκκλησίας τού Χριστού είναι να κατηγορούν αυτήν και τούς Πατέρες αυτής, ΔΙΧΩΣ να στηρίζουν τις συκοφαντίες τους σε ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ κείμενα ή βιβλιογραφία, μάλλον φοβούμενοι μη τυχόν ελεγχόμενες οι πηγές τους, αποδειχθούν ψευδείς ή συκοφαντικές και αυτοί εκτεθούν ανεπανόρθωτα!

   Εν αντιθέσει λοιπόν προς τις ΑΕΡΟΛΟΓΙΕΣ και τις ΑΣΤΗΡΙΚΤΕΣ κατηγορίες τών ποικιλωνύμων αιρετικών, ΕΜΕΙΣ με τη σειρά μας αντιπαραθέτουμε ένα κείμενο-απάντηση που ΒΡΙΘΕΙ από Πατερικές πηγές και Βιβλική βιβλιογραφία! Κι αυτό, διότι όποιος έχει την αλήθεια, ΔΕΝ ΚΡΥΒΕΤΑΙ όπισθεν τών ανωνύμων κατηγοριών, φοβούμενος μην καταρρεύσουν αυτές από τις ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΕΣ πηγές, αλλά επικαλείται αυτές ώστε να δικαιωθεί το πιστεύω του υπ’ αυτών!

   Εμείς λοιπόν κάναμε τον κόπο και βρήκαμε ΜΙΑ ΠΡΟΣ ΜΙΑ τις πηγές τις οποίες ΑΠΕΦΥΓΕ ΝΑ ΠΑΡΑΘΕΣΕΙ ο Προτεστάντης, και πράγματι, όπως θα διαπιστώσετε κι εσείς αγαπητοί αναγνώστες, δικαιωθήκαμε σε αυτό που μόλις προαναφέραμε, ότι δηλαδή σε κάποια πρόσωπα Πατέρων ή απλών Εκκλησιαστικών Συγγραφέων ΤΑ ΨΕΥΔΗ ΚΑΙ Η ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΩΝ ΠΑNΕ ΣΥΝΝΕΦΟ!!!

   Εκ τών προτέρων γνωρίζουμε, ότι ελάχιστοι εκ τών ετεροδόξων, όσοι ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ενδιαφέρονται για την αλήθεια, είναι αυτοί που θα κάνουν τον κόπο να αναγνώσουν ολοκληρωμένη την παρούσα απάντησή μας. Οι πλείστοι εξ αυτών δεν θα κάνουν καν τον κόπο να την διαβάσουν, είτε διότι εμπιστεύονται τυφλά τούς «ποιμένες» τους, είτε διότι θεωρούν ότι η «αλήθεια» που έκαστος πιστός εκπροσωπεί δεν επιδέχεται αμφισβητήσεως, οπότε περισσεύει οποιαδήποτε άλλη πληροφόρηση.

   Αυτοί οι τελευταίοι είναι που, λόγω εγωισμού, θα παραμείνουν εις την πλάνη που έχουν περιέλθει και εκπροσωπούν, και ΔΥΣΤΥΧΩΣ θα συνεχίσουν να διαδίδουν και να αναμασούν ΤΙΣ ΙΔΙΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΙΔΙΕΣ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΕΣ, ΤΙΣ ΙΔΙΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΙΔΙΕΣ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΔΟΓΜΑΤΙΚΕΣ ΑΝΑΚΡΙΒΕΙΕΣ περί τών Πατέρων και τών διδασκαλιών που ΔΗΘΕΝ αυτοί εμφορούντο, κι αυτό διότι ενώ «το φως (τής γνώσεως και τής αληθείας) ελήλυθεν εις τον κόσμο, και (αλλά) ηγάπησαν οι (ετερόδοξοι) άνθρωποι μάλλον το σκότος ή το φως» (Ιωάν. 3:19)     

   Κλείνοντας τον πρόλογό μας, εις το σημείο αυτό, οφείλουμε να ευχαριστήσουμε τον οικοδεσπότη μας, τον αγαπητό κ.Στέλιο Φελλά για την φιλοξενία που μάς παρέχει, έστω κι αν με την παρούσα δημοσίευση τον στεναχωρήσουμε λιγάκι με αυτά που θα διαβάσει. Η ΑΛΗΘΕΙΑ τού Χριστού και η διδασκαλία τής Εκκλησίας πρέπει να διαδίδεται, κι εμείς πρέπει να συμβαδίζουμε με ΑΥΤΗΝ και να διαμορφώνουμε τα πιστεύω μας συμφώνως προς ΑΥΤΗΝ, ΟΣΟ ΚΙ ΑΝ ΑΥΤΟ ΘΙΓΕΙ ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ ΜΑΣ ΠΙΣΤΕΥΩ ΚΑΙ ΚΑΤ’ ΕΠΕΚΤΑΣΙΝ ΠΛΗΓΩΝΕΙ ΤΟΝ ΕΓΩΙΣΜΟ ΜΑΣ!

   Επίσης ενημερώνουμε τούς αναγνώστες, ότι το πλήθος τών κεφαλαίων που θα συναντήσουν εις το κείμενο, οφείλεται εις το γεγονός, ότι ο ΜΟΝΟΣ τρόπος για να υπογραμμίσουμε κάποια νοήματα σε σχόλια στο  Facebook είναι τα κεφαλαία γράμματα. Κι επειδή εις το κείμενο που ακολουθεί θελήσαμε να τονίσουμε αρκετά νοήματα, γι’ αυτό και οι αναγνώστες θα συναντήσουν σε πολλά σημεία κεφαλαία γράμματα.

Υ.Γ.

   Μάλιστα, εις τα τελευταία σχόλιά του ο Προτεστάντης, συνεχίζει ΑΚΑΘΕΚΤΟΣ να περνάει από το ένα θέμα στο άλλο ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΤΟΛΜΑΕΙ ΝΑ ΑΝΤΙΚΡΟΥΣΕΙ ΤΟ ΠΑΡΑΜΙΚΡΟ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΣΥΓΓΡΑΨΑΜΕ! Ξαφνικά δηλαδή παράτησε τούς Πατέρες κι άρχισε ξαφνικά να ασχολείται με τον Νηπιοβαπτισμό και το πρόσωπο τής Παναγίας. Άλλαξε δηλαδή θέμα συζητήσεως θεωρώντας δι’ αυτού τού τρόπου, ότι θα ΑΠΟΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΕΙ τούς αναγνώστες κι ότι θα αποφύγει τις απαντήσεις ΠΟΥ ΟΦΕΙΛΕΙ ΝΑ ΔΩΣΕΙ!

   Μάλιστα ΑΝΕΡΥΘΡΙΑΣΤΑ ισχυρίζεται εις τα τελευταία του σχόλια, ότι μάς παρέθεσε και «ΓΝΗΣΙΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ τα οποία εμείς απορρίψαμε»!!! Μάλλον ο εν λόγω συνομιλητής μας δεν έχει καταλάβει τα εξής βασικά: Σε ένα διάλογο συζητάμε για ΕΝΑ θέμα μέχρι να εξαχθούν ορισμένα συμπεράσματα. Ο Προτεστάντης έθιξε μερικές ΔΕΚΑΔΕΣ θεμάτων που αφορούν κυρίως τούς Πατέρες τής Εκκλησίας. ΕΜΕΙΣ κάναμε τον κόπο και, με την παρούσα απάντησή μας, τού απαντήσαμε ΣΕ ΟΛΑ τα θέματα που έθιξε και απεδείξαμε, ότι ΣΥΚΟΦΑΝΤΕΙ ΚΑΙ ΠΑΡΕΡΜΗΝΕΥΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΥΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΠΟΥ ΑΝΕΦΕΡΕ.

   ΔΕΝ ΑΠΕΡΡΙΨΑΜΕ δηλαδή τα «ΓΝΗΣΙΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ» που παρέθεσε, όπως ψευδώς εις τα τελευταία σχόλιά του ισχυρίζεται, αλλά απεδείξαμε, ότι έχει τέτοια ΕΜΠΑΘΕΙΑ εις τούς Πατέρες, που προκειμένου να «δικαιώσει» το πιστεύω του, ΔΕΝ ΔΙΣΤΑΖΕΙ ΤΟΥΣ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΥΣ ΑΠΟ ΑΥΤΟΥΣ ΝΑ ΤΟΥΣ ΣΠΙΛΩΣΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΤΟΥΣ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΣΕΙ ΔΙΑΔΙΔΟΝΤΑΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΣ ΑΝΥΠΟΣΤΑΤΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ! 

   Κι επειδή ο Προτεστάντης μάλλον ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΤΙ ΝΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙ εις το κείμενο που συγγράψαμε, διότι ΞΕΣΚΕΠΑΣΑΜΕ ΠΟΛΛΕΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΕΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ, τώρα, προσπαθεί να αποπροσανατολίσει τούς αναγνώστες, ανοίγοντας ΝΕΑ ΘΕΜΑΤΑ προς συζήτηση, στρέφωντας δηλαδή ΤΑ «ΠΥΡΑ» ΤΟΥ προς το πρόσωπο τής Παναγίας!!!

   Α Υ Τ Η  άλλωστε είναι η ΓΝΩΣΤΗ και ΜΗ ΕΞΑΙΡΕΤΕΑ τακτική τών ΑΙΡΕΤΙΚΩΝ! Όταν ΣΤΡΙΜΩΧΝΟΝΤΑΙ στη γωνία και δεν έχουν απαντήσεις προσπαθούν να ξεγλυστρίσουν ΑΛΛΑΖΟΝΤΑΣ ΘΕΜΑ ΣΥΖΗΤΗΣΕΩΣ!

ΤΑ ΛΕΜΕ ΚΑΛΑ κ.ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗ;;;

   Οπλιστείτε λοιπόν με θάρρος, και προσπαθείστε, πάντα με βάση το Προτεσταντικό πιστεύω σας, να απαντήσετε και να υπερασπίσετε ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΕΣΕΙΣ Ο ΙΔΙΟΣ ΑΝΟΙΞΑΤΕ ΚΑΙ ΜΗΝ ΑΝΟΙΓΕΤΕ ΕΠΙΠΛΕΟΝ ΑΛΛΑ.

   Εκτός κι αν η ΣΙΓΗ ΙΧΘΥΟΣ που προβάλλετε δηλώνει και ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΠΡΟΣ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΙΝ ΤΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΕΣΕΙΣ Ο ΙΔΙΟΣ ΕΘΙΞΑΤΕ!!!

ΤΑ ΛΕΜΕ ΚΑΛΑ κ.ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗ;;;








ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

1) ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ;

Πατέρες τής Εκκλησίας αποκαλούνται οι διάφοροι ηγέτες ή συγγραφείς τής χριστιανικής Εκκλησίας, κυρίως των τεσσάρων πρώτων αιώνων, καθώς και ορισμένοι διδάσκαλοι και συγγραφείς των επομένων αιώνων που με την ζωή και το έργο τους συνέβαλαν την πρόοδο του χριστιανισμού. Διακρίνονται σε Αποστολικούς πατέρες, σε μεταποστολικούς πατέρες κ.λ.π. Μερικοί από τούς Αποστολικούς πατέρες γνώρισαν τους Αποστόλους και διετέλεσαν υπεύθυνοι εκκλησιών σε μεγάλες πόλεις. Οι μεταποστολικοί πατέρες έζησαν μετά τον θάνατο των Αποστολικών πατέρων.

ΓΙΑΤΙ ΣΗΜΕΡΑ ΔΙΔΕΤΑΙ ΤΟΣΟ ΜΕΓΑΛΗ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ;

Η μεγάλη έμφαση που δίδεται στους πατέρες, οφείλεται στην αντίληψη που επικρατεί ότι η σημερινή παράδοση της Εκκλησίας της Ελλάδος πηγάζει από τους πατέρες τάχα μου τάχα Μου, και ότι σε αυτούς στηρίζεται η ορθόδοξη ερμηνεία της Αγίας γραφής, και η δογματική της διδασκαλία. Θεωρούνται ότι αποτελούν θεμέλιο πίστης για τούς χριστιανούς σήμερα.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Εάν εξετάσουμε ότι η Εκκλησία για αιώνες παρέμενε ένα μεγάλο κομμάτι τού Χριστιανισμού ενωμένο, και μετά το σχίσμα, η Ορθόδοξη Εκκλησία πάλι παραμένει σε ενότητα παρά τα μικρά προβλήματα, τότε θα λέγαμε ότι όντως, οι Πατέρες παρέμειναν σε μία κύρια ερμηνευτική οδό.




    Αντιθέτως, οι Προτεστάντες, ενώ ισχυρίζονται ότι ακολουθούν «μόνο την Αγία Γραφή», εν τούτοις έχουν κοπεί σε αμέτρητα κομμάτια μετά την αποχώρηση τους από τούς παπικούς. Όσο κι αν αγωνίζεται απεγνωσμένα ο Προτεστάντης (κι όχι μόνον αυτός), να αποποιηθεί οποιαδήποτε σχέση με τούς πρωτεργάτες τής Διαμαρτυρήσεως τού 16ου αιώνα, η ιστορία, ΠΡΟΣ ΛΥΠΙΝ ΤΟΥ, τον διαψεύδει πανηγυρικώς!

   Πώς γίνεται όμως η μία Αγία Γραφή, να οδηγεί και να διασπά σε τόσα πολλά κομμάτια τούς Προτεστάντες; Είναι απλό: αυτό συμβαίνει διότι ΜΟΝΟΝ ΣΤΑ ΛΟΓΙΑ ακολουθούν όλοι αυτοί την Αγία Γραφή. Στην ουσία κάθε ομάδα ακολουθεί τις ερμηνευτικές πλάνες τού αρχηγού της, και γι’ αυτό βλέπουμε το αυτονόητο αποτέλεσμα, πολλοί αρχηγοί, πολλές διαφορετικές γνώμες, έντονη φιλαρχία και το αποτέλεσμα είναι οι πολλές διασπασμένες και αλληλοσυγκρουόμενες ομάδες. Αν πράγματι ακολουθούσαν την μία Αγία Γραφή, οι Προτεστάντες θα ήταν ΜΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ομάδα.

   Είναι λοιπόν μια γνωστή ψευδαίσθηση τών Προτεσταντών [οι οποίοι χωρισμένοι σε αρκετές χιλιάδες κομμάτια – «εκκλησίες» (!!!)], να εξακολουθούν παρά ταύτα, ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ, να λένε το γνωστό «ΠΟΙΗΜΑ», ότι ΔΗΘΕΝ «ακολουθούν μόνο την Αγία Γραφή». Δεν μπορούν ούτε καν να φανταστούν ποια τραγική εικόνα παρουσιάζουν, άνθρωποι που ακολουθούν 100 διαφορετικές κατευθύνσεις και όμως, σαν σε ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΟΓΟΥ, ισχυρίζονται όλοι ταυτόχρονα, ότι βρίσκονται στην «σωστή κατεύθυνση»!!!

   Ευθύνεται όμως η Αγία Γραφή για ΤΑ ΧΑΛΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΩΝ; Όχι βεβαίως, αλλά η ΕΡΜΗΝΕΙΑ που δίδουν εις αυτήν. Αδυνατούν να εννοήσουν, ότι ναι μεν η Γραφή είναι η αλήθεια, αλλά η αλήθεια έχει ανάγκη στηρίγματος, δηλαδή ορθής ερμηνείας. Και ο αυθεντικός ερμηνευτής τής αληθείας – Αγίας Γραφής εν προκειμένω έχει όνομα, το οποίο αναφέρεται εις την Α΄ Τιμ. 3:15. Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ, λέγει ο Απόστολος, είναι ΣΤΥΛΟΣ και ΕΔΡΑΙΩΜΑ τής αληθείας – Αγίας Γραφής.

   Πώς όμως οι ταλαίπωροι Προτεστάντες να καταφύγουν εις ΑΥΤΟΝ τον ερμηνευτή για να αντλήσουν την ορθή ερμηνεία τής Γραφής, όταν εις το ΑΚΟΥΣΜΑ και μόνον τής λέξεως «Εκκλησία» ΒΓΑΖΟΥΝ ΣΠΥΡΑΚΙΑ;;; Ή πώς να εμπιστευθούν την Εκκλησία όταν πιστεύουν, ότι τον 3ο ή 4ο αιώνα ΑΠΕΣΤΑΤΗΣΕ από την αλήθεια, διότι προσκυνάει εικόνες, αγίους, νηπιοβαπτίζει, έχει παπάδες κ.ά. τινά;

   Ισχυρίζονται ότι μελετούν (;;;) και πιστεύουν (;;;) την Αγία Γραφή, αλλά η Γραφή ΠΟΥΘΕΝΑ δεν κάνει λόγο περί αποστασία Εκκλησίας! Επίσης τα εδάφια που αναφέρουν ότι η Εκκλησία ΔΕΝ ΠΛΑΝΑΤΑΙ, ΟΥΤΕ ΚΑΤΑΠΙΠΤΕΙ, ΟΥΤΕ ΕΙΝΑΙ ΠΟΤΕ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΑΠΟΣΤΑΤΗΣΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ, ΔΙΟΤΙ ΕΧΕΙ ΚΕΦΑΛΗ ΤΗΣ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ ΚΑΙ ΚΑΘΟΔΗΓΗΤΑΙ ΕΣΑΕΙ ΚΙ ΑΙΩΝΙΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΙΔΙΟ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ,  Τ Α  Δ Ι Α Β Α Ζ Ο Υ Ν;;; Τ Α  Π Ι Σ Τ Ε Υ Ο Υ Ν;;;  Τ Α  Π Α Ρ Α Δ Ε Χ Ο Ν Τ Α Ι;;; (π.χ. Ματθ. 16:18, Ιωάν. 14:16, 16: 13, Κολ. 1:18 κ.ά)

   Ή ΜΟΝΟΝ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΤΑ ΕΔΑΦΙΑ ΕΚΕΙΝΑ ΠΟΥ ΘΕΩΡΟΥΝ ΟΤΙ  Δ Η Θ Ε Ν  ΔΙΚΑΙΩΝΟΥΝ ΤΑ ΠΙΣΤΕΥΩ ΤΟΥΣ ΕΝΩ ΕΔΑΦΙΑ ΣΑΝ ΤΑ ΠΡΟΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΟΥΔΕΜΙΑΝ ΕΝΤΥΠΩΣΗ ΤΟΥΣ ΠΡΟΚΑΛΟΥΝ;;;






   Εάν επίσης παραλληλίσουμε το ανωτέρω κείμενο τού Προτεστάντη με αυτά που έχει γράψει στον διάλογο με τον κ.Γιάννη Γιαννάκη, παρατηρούμε να αντιφάσκει με τον εαυτό του εις το εξής: ενώ εις το ανωτέρω κείμενο γράφει: «Μερικοί από τούς Αποστολικούς πατέρες γνώρισαν τους Αποστόλους και ΔΙΕΤΕΛΕΣΑΝ ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ σε μεγάλες πόλεις. Οι μεταποστολικοί πατέρες έζησαν μετά τον θάνατο των Αποστολικών πατέρων» εις δε τον διάλογο γράφει: «Όταν λέμε Αποστολικούς πατέρες μην πας σε αυτούς που θέτεις, αν και θα πούμε και για αυτούς. Να πας στους πρώτους πατέρες της Εκκλησίας, τους γνήσιους τους αποστόλους. Από εκεί και πέρα ανά τους αιώνες ΜΕΤΑΛΛΑΧΤΗΚΑΝ. Άλλος το μακρύ του άλλος το κοντό Του. Θα μου μάθεις ιστορία ή θα μπω στα καλούπια σου; Είσαι γελασμένος» (τα κεφαλαία δικά μας).

   Γεννάται δηλαδή, αγαπητοί αναγνώστες, το εξής ερώτημα: Εφόσον, κατά τον Προτεστάντη, μετά από τούς Αποστόλους οι Αποστολικοί Πατέρες «ΜΕΤΑΛΛΑΧΤΗΚΑΝ» και «άλλος το μακρύ του άλλος το κοντό του» ΤΟΤΕ ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΕΠΕΤΡΕΨΑΝ ΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ, ΑΥΤΟΙ ΟΙ «ΜΕΤΑΛΛΑΓΜΕΝΟΙ» ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥΣ, ΜΕ ΕΣΦΑΛΜΕΝΑ ΠΙΣΤΕΥΩ (όπως υπονοεί ο συνομιλητής μου) ΝΑ ΔΙΕΤΕΛΕΣΑΝ ΚΑΙ ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ;;;

   ΔΗΛΑΔΗ, Κ.ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗ, ΟΙ ΙΔΙΟΙ ΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ  Ε Σ Κ Ε Μ Μ Ε Ν Ω Σ  ΔΙΟΡΙΣΑΝ ΕΙΣ ΤΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟΠΟΥΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΠΛΑΝΗΜΕΝΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ Ή ΕΠΕΤΡΕΨΑΝ ΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ (ΕΦΟΣΟΝ ΔΕΝ ΤΟΥΣ ΑΠΕΜΑΚΡΥΝΑΝ) ΝΑ ΚΥΒΕΡΝΩΝΤΑΙ ΟΙ ΚΑΤΑ ΤΟΠΟΥΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΑΠΟ ΠΛΑΝΗΜΕΝΟΥΣ ΠΟΙΜΕΝΑΡΧΕΣ;;;ΚΙ ΕΠΕΙΔΗ  Ε Σ Ε Ι Σ  ΕΧΕΤΕ ΥΙΟΘΕΤΗΣΕΙ ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΑΛΛΟΠΡΟΣΑΛΛΕΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΕΣ ΚΑΙ ΠΙΣΤΕΥΩ, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΟ ΚΑΝΟΥΜΕ ΚΙ  Ε Μ Ε Ι Σ  ΑΥΤΟ ΚΑΘΩΣ ΚΑΙ ΟΠΟΙΟΣ ΤΥΧΕΙ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΙ ΑΥΤΑ ΤΑ...Ε Ξ Ω Γ Η Ι Ν Α  ΠΟΥ ΜΑΣ ΓΡΑΦΕΤΕ;;;

   Κι ενώ, αγαπητοί αναγνώστες, ο Προτεστάντης προσπαθεί απεγνωσμένα να μάς πείσει, ότι οι Αποστολικοί Πατέρες είχαν πλάνες, διότι «ΜΕΤΑΛΛΑΧΤΗΚΑΝ» από την ορθή διδασκαλία και «άλλος το μακρύ του άλλος το κοντό του», εν τούτοις, όπως όλοι θα παρατηρήσουμε, εις το κείμενο που δημοσίευσε κι έχουμε παραθέσει, ΔΕΝ ΘΑ ΒΡΟΥΜΕ ΝΑ ΜΑΣ ΠΑΡΑΘΕΤΕΙ ΤΑ ΓΡΑΠΤΑ Ή ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ  Ο Υ Τ Ε  Ε Ν Ο Σ  ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΥ ΠΑΤΡΟΣ, ώστε να μάς πείσει για τού λόγου του το ασφαλές! Γιατί άραγε; Ο αρχαιότερος Εκκλησιαστικός άνδρας που αναφέρει είναι ο Τερτυλλιανός κι αυτός (όπως και ο Ευσέβιος Καισαρίας) ΔΕΝ ανήκει, όχι μόνον εις τούς Αποστολικούς Πατέρες (εφόσον έζησε τον 2ο – 3ο αιώνα), αλλά ΔΕΝ ΑΝΗΚΕΙ ΚΑΝ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ!

    Γιατί λοιπόν ο Προτεστάντης ΑΠΟΦΕΥΓΕΙ (όπως ο διάβολος το λιβάνι) να μάς αναφέρει ΕΣΤΩ ΕΝΑΝ Αποστολικό Πατέρα και να μάς εκθέσει τα (κατ’ αυτόν «ΜΕΤΑΛΛΑΓΜΕΝΑ») πιστεύω του; Γιατί αποφεύγει τούς Αποστολικούς Πατέρες τού τέλους τού 1ου και τών αρχών τού 2ου αιώνος (π.χ. Κλήμη Ρώμης, Ιγνάτιο Αντιοχείας τον Θεοφόρο ή Πολύκαρπο Σμύρνης) παρά προτιμάει να ελέγχει τα πιστεύω Εκκλησιαστικών ανδρών 3ου και 4ου αιώνος;;; Μήπως ΔΕΝ ΤΟΛΜΑΕΙ να ελέγξει τα πιστεύω αυτών τών ανδρών, διότι ΤΡΕΜΕΙ στη σκέψη, ότι ενδέχεται αυτοί οι άνδρες να επιβεβαιώσουν το (Αποστολικό) πιστεύω τής Ορθοδόξου Εκκλησίας και να εκτεθεί το ΔΙΚΟ ΤΟΥ ΩΣ ΠΕΠΛΑΝΗΜΕΝΟ;;;






   ΕΑΝ ΕΧΟΥΜΕ ΑΔΙΚΟ ΕΠ’ ΑΥΤΟΥ ΤΟΝ  Π Ρ Ο Κ Α Λ Ο Υ Μ Ε  ΝΑ ΜΑΣ ΔΙΑΨΕΥΣΕΙ ΕΠΙΚΑΛΟΥΜΕΝΟΣ ΟΠΟΙΟΝΔΗΠΟΤΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΟΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΟΥΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΚΑΙ ΝΑ ΣΥΓΚΡΙΝΟΥΜΕ ΤΟ ΠΙΣΤΕΥΩ ΤΟΥΣ (ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΠΙΣΤΕΥΩ ΕΝΝΟΕΙΤΑΙ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΚΑΙ ΠΛΕΟΝ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΩΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΩΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ ΗΣΑΝ) ΜΕ ΤΟ ΔΙΚΟ ΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΩΣΤΕ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΠΟΙΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΟΥΝ ΩΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΟΙ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ! ΛΕΤΕ ΟΤΙ ΔΕΝ ΘΑ ΣΑΣ ΜΑΘΟΥΜΕ  Ε Μ Ε Ι Σ  ΙΣΤΟΡΙΑ. ΑΡΑ ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ. ΕΑΝ ΛΟΙΠΟΝ ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ ΑΠΟ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟ....«ΑΛΜΑΤΑ» (!!!) ΙΔΟΥ ΠΕΔΙΟΝ ΔΟΞΗΣ ΛΑΜΠΡΟΝ!

 ΙΔΟΥ Η ΡΟΔΟΣ ΙΔΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΠΗΔΗΜΑ κ.ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗ!!!

ΑΝΑΜΕΝΟΥΜΕ.....






ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ:

2) ΕΙΝΑΙ ΣΩΣΤΗ Η ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΑΥΤΗ;

Η αντίληψη αυτή δεν είναι σωστή. Οι πατέρες είναι αξιοσέβαστα άτομα και η προσφορά πολλών εξ αυτών υπήρξε πολύτιμη στους πιστούς της εποχής τους και στην εκκλησία γενικά. Τα συγραμματά τους και τα γραπτά κείμενα που άφησαν, είναι αξία θαυμασμού και μελέτης, πολύ διαφωτιστικά και ενδιαφέροντα. Δεν πρέπει όμως να θεωρούνται το θεμέλιο τής πίστης των χριστιανών. Σήμερα το μόνο αναντικατάστατο θεμέλιο για όλους τους πιστούς όλων των αιώνων είναι η διδαχή των Αγίων Αποστόλων του Κυρίου που είναι η Καινή διαθήκη. Αυτή πρέπει να είναι η παράδοση μας και η δογματική μας διδασκαλία. Ό,τι έγραψαν και δίδαξαν οι πατέρες που συμφωνεί με την Καινή διαθήκη είναι, βέβαια αποδεκτό και σωστό. Αν έκαναν κάποιο λάθος ως άνθρωποι που ήσαν, και δίδαξαν διαφορετικά, δεν πρέπει να τα αποδεχθούμε. Στην πραγματικότητα οι πατέρες δεν δίδαξαν πολλές παραδόσεις που υπάρχουν σήμερα, διατύπωσαν διαφορετικές μεταξύ τους δογματικές απόψεις και δεν συμφωνούν όλοι στον τρόπο ερμηνείας των γραφών. Αυτό θα διαπιστώσουμε στις επόμενες τρεις ερωτήσεις.

 ΣΥΝΕΧΙΖΩ ΚΑΙ ΕΤΟΙΜΑΣΤΕΙΤΕ ΓΙΑ ΞΕΠΟΥΠΟΥΛΙΑΣΜΑ.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Στην ιστορία τής Εκκλησίας, οι Πατέρες αποτελούν έναν οδηγό όλων τών χριστιανικών αιώνων για τα ορθά πλαίσια και όρια μιας θεολογικής ερμηνείας. Χρησιμοποιώντας ένα απλουστευτικό παράδειγμα, θα λέγαμε είναι κάτι αντίστοιχο με έναν οδηγό έγκυρης βιβλιογραφίας επάνω σε επιστημονικά θέματα. Όταν κάποιος θέλει να μάθει την πλέον έγκυρη θέση τής επιστήμης για κάποιο ζήτημα, καταφεύγει στην εξέταση τών απόψεων τών πλέον ανεγνωρισμένων ειδικών. Και τι κάνει τότε; Συλλέγει τις απόψεις τών 10-20 καλύτερων στο αντικείμενό τους, και εξετάζει προς ποια άποψη κλίνει η πλειοψηφία τους.

   Όπως γράφει ο Μ. Φώτιος για το ζήτημα τής «Συμφωνίας Πατέρων», αυτή στηρίζεται όχι επάνω στις μεμονωμένες απόψεις που είπαν οι «βραχείς τω αριθμώ, αλλ’ οι πλείους ειπείν», δηλαδή, στη θέση που εγκρίνει η σαφής και αδιαμφισβήτητη πλειοψηφία τους (Επιστολή ΚΔ΄ προς τον Μητροπολίτη Ακυληίας, PG 102, 816ΒC).

   Όταν λοιπόν ο Γρηγόριος Νύσσης - για ν’ απαντήσουμε και σε ένα άλλο θέμα που εγείρει ο Προτεστάντης - διετύπωσε κάποια μορφή τής θεωρίας που λέγεται «περί τών πάντων αποκαταστάσεως» [είναι εντελώς εκτός πραγματικότητoς και στη φαντασία τού Προτεστάντη (και αυτού εκ τού οποίου φυσικά έκανε αντιγραφή το κείμενο που δημοσίευσε), ότι την θεωρία αυτή διετύπωσαν ο Μ. Βασίλειος και ο Γρηγόριος Θεολόγος], αλλά ΔΕΝ την δίδαξε αυτή ούτε ο Ιωάννης Χρυσόστομος, ούτε ο Μ. Αθανάσιος, ούτε ο Ιωάννης Δαμασκηνός, ούτε ο Μ. Φώτιος, ούτε ο Κύριλλος Αλεξανδρείας, ούτε ο Γρηγόριος Θεολόγος, ούτε ο Μ. Βασίλειος, ούτε ο Γρηγόριος Παλαμάς, ούτε ο Κύριλλος Ιεροσολύμων κ.λπ. κ.λπ. τότε έχουμε μια έγκυρη «Συμφωνία Πατέρων» και έτσι τη διδασκαλία τής «περί τών πάντων αποκαταστάσεως» δεν την δεχόμαστε.

    Βεβαίως, μια μη αποδεκτή διδασκαλία ΔΕΝ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΚΑΙ ΑΙΡΕΣΗ. Αίρεση σημαίνει συνειδητή παρέκκλιση από την Εκκλησιαστική διδασκαλία και αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός, ότι οι αιρετικοί, ακόμα κι όταν νουθετούνται με βάση την ιστορικά αποδεδειγμένα ΟΡΘΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ, εκείνοι την απορρίπτουν εντελώς, εμμένουν στη δική τους γνώμη και συνειδητά εγκαταλείπουν την Εκκλησία.

   Γι’ αυτό ο Μ. Φώτιος μάς λέει, ότι εξετάζουμε πολλά πράγματα όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, διότι είναι άλλο πράγμα η ΜΕΝΟΝΩΜΕΝΗ έλλειψη δογματικής ακρίβειας και άλλο η αίρεση. Οπότε, σε περιπτώσεις παραδειγματικού εκκλησιαστικού βίου, όπως στην περίπτωση τού Γρηγορίου Νύσσης, τον οποίο επίσημα η Εκκλησία τιμά και αποδέχεται ως Πατέρα της Εκκλησίας, εξακολουθούμε να μελετούμε τη διδασκαλία του χωρίς όμως να δεχόμαστε όποιες μη ακριβείς διατυπώσεις καλού γε βίου και της άλλης ιερολογίας γέρας αυτοίς απονέμοντες», Μ. Φώτιος, Περί τής τού Αγίου Πνεύματος Μυσταγωγίας, PG 102, 352C-353Β).

   Με το παραπάνω σχόλιο απαντήσαμε και εις την λάθος τοποθέτηση τού Προτεστάντη, ότι ΔΗΘΕΝ, ο Μ. Βασίλειος και ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός εδέχοντο την εσφαλμένη διδασκαλία τής αποκατάστασης τών πάντων. Κάτι τέτοιο λοιπόν δεν υφίσταται, οπότε, αν επιμένει ο Προτεστάντης περιμένουμε να μάς το τεκμηριώσει. (Κι όπως προείπαμε εις τον πρόλογο τής παρούσης απαντήσεως, επειδή ο Προτεστάντης δεν έχει τεκμηριώσει ΟΥΤΕ ΜΙΑ από τις κατηγορίες με τις οποίες καταφέρετε εναντίον τών Πατέρων τής Εκκλησίας, δεν αναμένουμε ΟΥΤΕ ΤΩΡΑ να μάς τεκμηριώσει από ΠΟΥ αντλεί την πληροφορία, ότι οι Μ. Βασίλειος και Γρηγόριος Ναζιανζηνός πρέσβευαν και είχαν υιοθετήσει την διδασκαλία τής «περί τών πάντων αποκαταστάσεως»)

   Όσο για το «ΞΕΠΟΥΠΟΥΛΙΑΣΜΑ» που ανέφερε ο Προτεστάντης, αυτό θα το σχολιάσουμε εις τον επίλογο, αφού δηλαδή ολοκληρώσουμε την παρούσα απαντησή μας εις ΟΛΟ το κείμενο που εδημοσίευσε, διότι «γελάει καλύτερα αυτός που γελάει τελευταίος» ή για να προσαρμόσουμε την παροιμία κατά τα λεγόμενα τού συνομιλητού μας «ΞΕΠΟΥΠΟΥΛΙΑΖΕΙ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΞΕΠΟΥΠΟΥΛΙΑΖΕΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ»!!! 



ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

3) ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΗΜΕΡΑ;

Όχι. Πολλοί πατέρες δεν συμφωνούν με τις διάφορες παραδόσεις που έχουν επικρατήσει σήμερα. Μάλιστα αντιστάθηκαν σ' αυτές και τις αποκήρυξαν, όταν αυτές έκαναν αρχικά την εμφάνιση τους. ΜΕΡΙΚΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ: Ο Ευσέβιος ο Παμφίλου είναι αντίθετος με την κατασκευή και προσκύνηση εικόνων...

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Απορία μεγάλη μάς προκαλεί η επιπολαιότητα τού Προτεστάντη που συγκαταλέγει τον Ευσέβιο εις τούς Πατέρες τής Εκκλησίας. Ο Ευσέβιος ονομάζεται συχνά ως ο «πατέρας τής ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ Ιστορίας», αλλά όχι και Πατέρας τής ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, διότι παρουσίασε θεολογικά προβλήματα. Όπως βλέπουμε εις τα πρακτικά τής Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου δεν γίνεται αποδεκτή η θεολογία του:

 «ίδωμεν ποίας δόξης εστίν ο Ευσέβιος […] δεχόμεθα τούτον; Η αγία Σύνοδος είπε, μη γένοιτο δέσποτα»

(Πρακτικά Συνόδων υπό Mansi J.D., « Sacrorum Conciliorum Nova et Amplissima Collectio», τόμ. 13, στ. 176Ε-177Α).






ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

...και ο Άγιος Επιφάνιος (4ος μ.Χ. αιώνας) είναι αντίθετοι με την κατασκευή και την προσκύνηση των εικόνων. Μάλιστα ο Άγιος Επιφάνιος στο έργο του ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ θεωρεί ΑΙΡΕΣΗ την προσκύνηση της παρθένου Μαρίας και αυστηρά τονίζει: «ΤΗΝ ΜΑΡΙΑ ΚΑΝΕΙΣ ΝΑ ΜΗΝ ΤΗΝ ΠΡΟΣΚΥΝΑ, η Μαρία να τιμάται, ο Κύριος να προσκυνείται.»

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Ως προς τον Επιφάνιο και τις Ιερές Εικόνες θα επικαλεστούμε την πιο πρόσφατη μελέτη τού Κωνσταντίνου Γεωργιάδη, και τα στοιχεία όπως αυτά προκύπτουν από τις πηγές:

«Παρόλο που οι εικονομάχοι αξιώνουν στην Ιέρεια ότι ο άγ. Επιφάνιος υπήρξε ομοϊδεάτης τους, οι πατέρες της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου σπεύδουν να ακυρώσουν εκ τών προτέρων την όλη συζήτηση, διότι η αποδιδόμενη σ’ αυτόν επιστολή προς Θεοδόσιον, όπου στην κατακλείδα της καταδικάζονται ρητά οι ιερές εικόνες, αποδεικνύεται ΨΕΥΔΕΠΙΓΡΑΦΗ (Πρακτικά Συνόδων υπό Mansi J.D., « Sacrorum Conciliorum Nova et Amplissima Collectio», τόμ. 13, στ. 292DE).

 Οι πατέρες τής Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου δεν αφήνουν καμία σκιά σε βάρος τού εκκλησιαστικού πατρός χρησιμοποιώντας τα εξής επιχειρήματα (Πρακτικά Συνόδων υπό Mansi, τόμ. 13, στ. 293Β-296Α και Νικηφόρου Κων/πόλεως, «Απολογητικός μικρός», PG 100, 837BC)

1. Ο άγ. Επιφάνιος στην εξονυχιστική ερευνά του επί τού συνόλου τών αιρέσεων, όπως καταγράφονται στο έργο του Αγκυρωτός, σίγουρα θα αναφερόταν και στη λειτουργική χρήση τών ιερών εικόνων ως αιρετική πρακτική, τη στιγμή ασφαλώς που θα είχε πράγματι τις αντίστοιχες ενστάσεις.

2. Σε διάστημα τεσσάρων αιώνων, από την εποχή του έως την έναρξη τής εικονομαχίας, ουδέποτε ήρθε στο φως κάποια εικονομαχική διατύπωσή του.

3. Εάν ήταν εικονομάχος, θα είχε ευρεία απήχηση στην εκκλησιαστική του κοινότητα. Αντίθετα κατά την εποχή του διαδόθηκαν ευρύτατα οι ιερές εικόνες.

4. Ο εκκλησιαστικός πατήρ έζησε τον δ΄ αιώνα ταυτόχρονα με Πατέρες που ήταν υπέρμαχοι τού θεσμού τών ιερών εικόνων. Εκτός τού ότι δεν θα μπορούσε ο ίδιος να τούς υπερκεράσει, εις το ενδεχόμενο τής εικονομαχίας του οι πατέρες αυτοί στο σύνολο τους σίγουρα θα στρέφονταν εναντίον του.

5. Εάν ο άγ. Επιφάνιος ήταν εικονομάχος, οι μαθητές του δεν θα αγιογραφούσαν τη μορφή του μετά το θάνατο του».
(Γεωργιάδης Κωνσταντίνος, «Πηγές και Θεολογία τής Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου» (διδακτορική διατριβή), ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 2011, σελ. 169-171).

   Πρόκειται για μια πολύ ισχυρή επιχειρηματολογία η οποία έχει στηρίγματα όχι μόνο στις πηγές αλλά και στην νεότερη βιβλιογραφία και τοποθετεί σε νέες βάσεις την παλαιότερη άποψη περί εικονομαχίας τού Επιφανίου. Επειδή τα περί Επιφανίου και Θεοτόκου αποτελούν μια κλασική εμμονή και «ΚΑΡΑΜΕΛΑ» τών Προτεσταντών, θα το απαντήσουμε εκτενώς.






   Ο Επιφάνιος (τού οποίου παρεμπιπτώντως η Εκκλησία εόρτασε την μνήμη του την ημέρα που εμείς    συγγράφαμε την παρούσα απάντηση, δηλαδή την 12η Μαΐου) δεν θεωρεί ασφαλώς αίρεση την τιμή που αποδίδει η Εκκλησία προς τη Θεοτόκο. Η Παναγία είχε ήδη τοποθετηθεί εις την υψηλότατη θέση της, ΠΟΛΥ ΚΑΙΡΟ προ τού Επιφανίου.

   Μόλις στον 3ο αιώνα, ο Γρηγόριος Νεοκαισαρείας (213-270), κατέγραψε Τριαδικό Σύμβολο πίστεως, το οποίο τού παρεδόθη θαυματουργικά σε όραμα από τον Ιωάννη τον Θεολόγο και την Θεοτόκο, και η μαρτυρία αυτή βεβαιώνεται από τον Γρηγόριο Νύσσης (PG 46, 912C). Κατά συνέπεια, η υψηλότατη τιμητική θέση τής Θεοτόκου εις την χριστιανική κοινότητα είναι δεδομένη, όχι μόνο επειδή βλέπουμε να αναφέρεται η θαυματουργική παρουσία της, αλλά και από το γεγονός ότι ο Γρηγόριος Νεοκαισαρείας θεωρεί, ότι ενδύει με κύρος ένα Σύμβολο Πίστεως όταν λέει ότι τού το παρέδωσε η Θεοτόκος.

Όπως σημειώνει ο αρχιμ. Ευθύμιος Ελευθεριάδης:

"Ο Άγιος Γρηγόριος, πρώτος, πιθανώτατα, Επίσκοπος Νεοκαισαρείας τού Πόντου, ο Θαυματουργός (213-270), ανησυχών, επί αμφισβητουμένων σημείων τών πιστευτέων δογμάτων τής Καθολικής Πίστεως, και απολέσας, εκ τής περισκέψεως, τον ύπνον του, είδεν, εν οράματι, τον Απόστολον και Ευαγγελιστήν Ιωάννην τον Θεολόγον, ως σεβάσμιον γέροντα, όστις έδειξεν εις αυτόν μίαν ετέραν μορφήν, προστεθείσαν εις το όραμα. Η δευτέρα αύτη μορφή ήτο γυνή θεσπεσία, απαστράπτουσα υπερκόσμιον μεγαλείον [...] Αι δύο εμφανισθείσαι μορφαί, προσφωνούμεναι, μεταξύ των, απεκάλυψαν εις τον Αποστολικόν Επίσκοπον, ότι ήσαν η Θεοτόκος Παρθένος Μαρία, η Μήτηρ τού Κυρίου και ο θετός υιός Αυτής, Απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης [...] Παρ' αυτών δε και έλαβεν ο Αγ. Γρηγόριος ο Νεοκαισαρείας το Σύμβολον τής Πίστεως εις τον Ένα Τριαδικόν Θεόν. Ιδού ο ρόλος τού πανσέπτου προσώπου τής Μητρός τού Κυρίου, εν τη πρωϊμωτάτη Χριστιανική Θεολογία και τη Δογματική Χριστολογία."

(πατρ. Ευθυμίου Ελευθεριάδη, «Η θέσις τής Μητρός τού Κυρίου κατά τούς τρεις πρώτους τού Χριστιανισμού αιώνας», Περιοδικό "Θεολογία", τόμ. ΞΓ΄ (1992), τεύχ. 3, σελ. 522-523)

   Επίσης, μία άλλη σημαντικότατη μαρτυρία που μας πηγαίνει και πάλι στον 3ο αιώνα, μάς παραδίδει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος (330-390), ο οποίος μάς λέγει, ότι ΠΙΣΤΟΙ ΠΡΟΣΕΥΧΟΝΤΑΝ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΓΙΑ (Εις τον άγιον ιερομάρτυρα Κυπριανόν, PG 35, 1181A).

   Πέραν αυτών, έχουμε και μία εξαιρετική εξωχριστιανική μαρτυρία από τον ειδωλολάτρη αυτοκράτορα Ιουλιανό, ο οποίος εις τον λόγο του «Κατά Γαλιλαίων» (362 μ.Χ.), μαρτυρά την τιμητική θέση τής Παναγίας στην Χριστιανική κοινότητα, γράφοντας: «ΘΕΟΤΟΚΟΝ δε υμείς ΟΥ ΠΑΥΕΣΘΕ Μαρίαν καλούντες» («Κατά Γαλιλαίων», 262d). Όπου το «ΟΥ ΠΑΥΕΣΘΕ» δείχνει την συχνότατη επίκληση τής μητέρας τού Χριστού από τούς Χριστιανούς και μάλιστα με τον όρο "ΘΕΟΤΟΚΟΣ", όρο τον οποίον οι Προτεστάντες ισχυρίζονται ότι εμφανίστηκε για πρώτη φορά το… 428 μ.Χ.).

   Ο Επιφάνιος λοιπόν δεν εναντιώνεται εις την Εκκλησιαστική Παράδοση, αλλά με το κείμενό του καταφέρεται ενάντια εις μίαν πραγματική χριστιανική αίρεση τού 4ου αιώνα, τις αιρετικές γυναίκες τής Αραβίας που ονομάζονταν «Κολλυριδιανές», οι οποίες απέδιδαν εις την Θεοτόκο ΛΑΤΡΕΙΑ, κατ’ «επίδρασιν εκ τής λατρείας τής ‘Μεγάλης Μητρός’ τού ειδωλολατρικού κόσμου» (Λεωνίδα Φιλιππίδη, «Θρησκειολογικά Μελετήματα», Περιοδικό «Θεολογία», τόμ. Η΄ (1930), τεύχ. 4, σελ. 354).

   Γι’ αυτό γράφει ο Επιφάνιος: «Ούτε γαρ θεός η Μαρία» (Κ. Holl (έκδ.), Epiphanius, Panarion, τόμ. 3 (haer.65-68), Die Griechischen Christlichen Schriftsteller der ersten drei Jahrhunderte (GCS) 37, Leipzig, 1933, σελ.474. (Χρησιμοποιούμε την κριτική έκδοση τής σειράς GCS εις την οποία βασίστηκε και η ψηφιακή βιβλιοθήκη Thesaurus Linguae Graecae. Εκ παραλλήλου αναγράφουμε και την παραπομπή εις την Ελληνική Πατρολογία [Κατά αιρέσεων, PG 42, 737Β] για όσους επιθυμούν να ανατρέξουν εις αυτήν).

   Όμως όλοι στον τόπο αυτό ζούμε και γνωρίζουμε, ότι και ο πλέον αδαής Ορθόδοξος μπορεί να ξεχωρίσει την Παναγία από τον Χριστό ή από τον Θεό γενικά. Άρα, δεν υπάρχει εφαρμογή τής αίρεσης που αναφέρει ο Επιφάνιος. Από εκεί και πέρα, μοναδικό «όπλο» τών Προτεσταντών έχει απομείνει το… λεξικό και τα παιχνίδια με τις ερμηνείες τού λήμματος «προσκυνώ». Διότι το λήμμα προσκυνώ, έχει και τη σημασία τού «υποκλίνομαι με σεβασμό» και ελπίζουν οι Προτεστάντες, πως όλο και κάποιον θα ξεγελάσουν, ότι γενικά στη ζωή το να υποκλίνεσαι με σεβασμό είναι… αίρεση, ακόμα κι αν το κάνεις για να ασπαστείς κάποια γερόντισσα!!!

   Όμως το «προσκυνείσθαι» τών Πατέρων και τού Επιφανίου είναι πολύ σοβαρότερο και ουσιαστικότερο και δεν αναφέρεται απλά σε κάποια επιφανειακή κίνηση τού σώματος. Το «προσκυνείσθαι» που απαγορεύεται για τούς Αγίους ή την Παναγία, είναι η λεγόμενη «ΛΑΤΡΕΥΤΙΚΗ προσκύνηση» και σημαίνει πίστη, λατρεία και τέλεση Εκκλησιαστικών Μυστηρίων με σαφή αναφορά και συνείδηση, ότι αυτός που προσκυνώ λατρευτικά, είναι ο ένας και μοναδικός Θεός εις τον οποίο πιστεύω.

   Εάν ρωτήσουμε κάποιον Ορθόδοξο «ποιος είναι ο Θεός εις τον Οποίο πιστεύει» και πει ότι είναι η Παναγία ή ο τάδε Άγιος, ΤΟΤΕ ΜΟΝΟΝ έχει νόημα η επίκληση τών αντιαιρετικών διδασκαλιών τού Επιφανίου. Γνωρίζουμε όμως, ότι μπορεί να βρεθούν Χριστιανοί που να μην γνωρίζουν πολλά για την πίστη τους, αλλά είναι απίθανο να βρεθεί κάποιος που να μην ξέρει ότι ο Θεός του δεν είναι ούτε η Παναγία ούτε κάποιος άγιος. Και υπενθυμίζουμε, ότι ΣΕ ΑΥΤΟ ΚΑΙ ΜΟΝΟ αναφέρεται με σαφήνεια ο Επιφάνιος: «Ούτε γαρ ΘΕΟΣ η Μαρία» (Κατά αιρέσεων, PG 42, 737Β).

   Από εκεί και πέρα, ο Επιφάνιος αποδέχεται πλήρως την τιμή που η Εκκλησία πάντα απέδιδε στην Παναγία: «εν ΤΙΜΗ έστω Μαρία, ο δε πατήρ και υιος και άγιον πνεύμα ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΘΩ […] και ει καλλίστη η Μαρία και αγία και ΤΕΤΙΜΗΜΕΝΗ, αλλ’ ουκ εις το προσκυνείσθαι» (GCS 37, ένθ’ ανωτ., σελ.482 & PG 42, 749D-752A).

   Και αλλού διαχωρίζει επίσης: «Πέρα τού δέοντος ου χρη τιμάν τούς αγίους, αλλά τιμάν τον αυτών δεσπότην» (GCS 37, ένθ’ ανωτ., σελ.474 & PG 42, 737Α).

   Δηλαδή, τιμούμε την Παναγία και τούς Αγίους, αλλά όχι όσο τον Κύριο και Θεό, τον οποίο «προσκυνούμε» ΛΑΤΡΕΥΤΙΚΑ και δεν τιμούμε απλώς.

   Και σε άλλο σημείο ο Επιφάνιος όχι μόνο δεν κατακρίνει τις τιμές μας προς την Θεοτόκο, αλλά μάς ΠΡΟΤΡΕΠΕΙ ΠΡΟΣ ΑΥΤΕΣ, διότι διαφορετικά είναι σαν να προσβάλλουμε τον Θεό:

 «Ο τιμών κύριον τιμά και άγιον σκεύος, ο δε ατιμάζων άγιον σκεύος ατιμάζει και τον εαυτού δεσπότην, έστω Μαρία παρ’ εαυτή η αγία παρθένος, το άγιον σκεύος» (GCS 37, ένθ’ ανωτ., σελ.471 & PG 42, 733AΒ).

   Αυτό το τελευταίο ας το έχουν υπόψη τους όσοι ομόπιστοι τού Προτεστάντη μάς παραπέμπουν στον Επιφάνιο, προκειμένου να εναντιωθούν στούς Ορθοδόξους, διότι τινές εξ αυτών φθάνουν σε σημείο ακόμα και να υποτιμούν βλάσφημα την Παναγία, και ο Επιφάνιος μάς λέει ότι αυτό ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΝΑ ΑΤΙΜΑΖΕΙΣ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΤΟΝ ΘΕΟ!

   Ολοκληρώνοντας την απάντησή μας ως προς τον Επιφάνιο και την προσκύνηση προς την Θεοτόκο, υπενθυμίζουμε εις τούς αγαπητούς Προτεστάντες, ότι για το συγκεκριμένο θέμα έχουμε δημοσιεύσει ειδική μελέτη («Αρνείται ο Επιφάνιος Κύπρου την τιμή προς την Θεοτόκο; Απάντηση σε Προτεσταντικές κακοδοξίες») που αναιρεί ΕΝΑ ΠΡΟΣ ΕΝΑ τα επιχειρήματά τους («ΞΕΠΟΥΠΟΥΛΙΑΣΜΑ» δηλαδή, όπως λέγει και ο Προτεστάντης) και μπορούν να την αναγνώσουν (ΚΙ ΑΝ ΤΟΛΜΟΥΝ ΝΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΚΡΟΥΣΟΥΝ) εις το link που ακολουθεί:







ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

Η Σύνοδος της Ελβίρας το 306 μ.Χ. στην Ισπανία απαγόρεψε την εισαγωγή εικόνων στις εκκλησίες με τον 36 κανόνα της.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Εδώ ο Προτεστάντης εφαρμόζει τέχνασμα και μιλάει για την Σύνοδο τής Ελβίρας λες και ήταν κάποια Οικουμενική Σύνοδος. Γι’ αυτό προσθέτει το γενικό «απαγόρεψε […] στις εκκλησίες» σαν να μιλάει για ΟΛΕΣ τις χριστιανικές Εκκλησίες!

   Βεβαίως, η Σύνοδος αυτή ήταν απλώς μια τοπική Σύνοδος, η οποία μάλιστα «εμφανίζεται ως εξαίρεση στον κανόνα ότι ουδεμία σύνοδος έθεσε ποτέ εν αμφιβολία το θεσμό τών ιερών εικόνων». Το πιο εντυπωσιακό μάλιστα Προτεστάντη, είναι πως «ΟΥΤΕ ΟΙ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΟΙ την επικαλέστηκαν (σημ. τη Σύνοδο τής Ελβίρας) μέσα από τα ανθολόγια τών συνοδικών τους Όρων τού 754 και τού 815», δηλαδή στις δικές τους ψευδοσυνόδους! Άλλωστε «Σκοπός τής συνόδου τής Ελβίρας δεν ήταν η λήψη απόφασης για την ορθότητα ή μη τού θεσμού τών ιερών εικόνων ούτε για άλλα δογματικά θέματα, αλλά η επίλυση ζητημάτων διοικητικής φύσεως για την τοπική εκκλησία» (Κωνσταντίνος Γεωργιάδης, «Πηγές και Θεολογία της Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου» (διδακτ. διατριβή), ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 2011, σελ. 149).

   Διότι, όπως σημειώνει και ο αείμνηστος καθηγητής Παναγιώτης Τρεμπέλας, εικόνες υπήρξαν όχι μόνο «εν τη διακοσμήσει τών Κατακομβών» αλλά και «ο μεν Prudentius περιγράφει τας εικόνας, εν αις είχε διαζωγραφηθή το μαρτύριον τού άγιου Κασσιανού, καθώς και το μαρτύριον τού αγίου Ιππολύτου, ο δε Παυλίνος τής Νώλης και ο Σουλπίκιος Σεβήρος διακοσμούσι δια θρησκευτικών εικόνων τας ανεγερθείσας υπ’ αυτών βασιλικάς. Επί πλέον δε και ο Ιερώνυμος ομιλεί περί εικόνων τών Αποστόλων, τας οποίας συνείθιζον να ζωγραφώσιν επί σκευών, αλλά και ο Αυγουστίνος αναφέρει, ότι επί τών χρόνων του επεκράτει συνήθεια εις πολλούς τόπους (multis in locis) να αναπαριστώσι τον Πέτρον και τον Παύλον πλησίον τού Κυρίου ημών» (Παναγιώτου Τρεμπέλα, «Δογματική», τόμ. 3, σελ. 405).

   Βλέπουμε, λοιπόν, ότι μια σειρά μαρτυριών επιβεβαιώνει τη χρήση τών ιερών εικόνων και καταρρίπτει την υπόθεση, ότι ΔΗΘΕΝ η Σύνοδος τής Ελβίρας είχε αναλάβει έργο απαγόρευσής τους. Προφανώς η Σύνοδος έθεσε απλώς κάποια μέτρα που η εφαρμογή τους «περιωρίσθη μόνον εις την Ισπανίαν», ίσως διότι, όπως γράφει ο Παναγιώτης Τρεμπέλας, η Σύνοδος έκρινε ότι οι εικόνες, που εκείνη την περίοδο κοσμούσαν τούς ναούς, ήταν «άτεχνοι ή κακώς αποδιδόμενοι» και «μάλλον κατέρριπτον […] τον προς το λατρευόμενον πρόσωπον […] σεβασμόν» (Παναγιώτου Τρεμπέλα, «Δογματική», ένθ’ ανωτ.).

   Έτσι ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΟΙ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΟΙ (ακούτε κ.Προτεστάντη;) δεν είχαν κάτι ουσιαστικό να χρησιμοποιήσουν από το έργο τής Συνόδου και γι’ αυτό την αγνόησαν. Αν η σύνοδος θέσπιζε όσα φαντάζεται ο Προτεστάντης και οι συν αυτώ (εκ τών οποίων ήντλησε το παρών δημοσίευμα), τότε θα την είχαν αναφέρει οι εικονομάχοι είτε εις την ψευδοσύνοδο τής Ιερείας (754), είτε εις την εικονομαχική σύνοδο τού 815 (Κωνσταντίνος Γεωργιάδης, ένθ’ ανωτ.).






ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

Ο Τερτυλλιανός και ο Λακτάντιος καταδικάζουν τη χρήση θυμιάματος, κεριών και λαμπάδων από τους χριστιανούς.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Ως προς το θυμίαμα, όποιος διαβάσει τις αναφορές εις την Αποκάλυψη για «χρυσές φιάλες γεμάτες θυμιάματα», για «χρυσό λιβανωτό», για «πολλά θυμιάματα» και «καπνό τών θυμιαμάτων» (Αποκ. 5:8 και 8:3-5) θα απορήσει για την έλλειψη αναφορών λειτουργικής χρήσης θυμιάματος τούς πρώτους αιώνες.

   Βεβαίως, όπως γράφει ο καθηγητής Γεώργιος Φίλιας («Λειτουργική», τόμ. Α΄, έκδ. Γρηγόρης, Αθήνα 2006, σελ. 78-79), από τον 4ο αιώνα υπάρχουν «έμμεσες μαρτυρίες περί τής λειτουργικής χρήσεως τού θυμιάματος: ο Όσιος Κορδούης υπενθυμίζει στο Μ. Κωνσταντίνο ότι δεν είχε εξουσία ‘του θυμιάν» (Μ. Αθανασίου, Επιστολή προς μοναχούς τας δυσεβείας τών Αρειανών καθιστορούσα, 44, PG25, 748Α), ενώ ο Μ. Βασίλειος αναφέρει, ότι κατά τη διάρκεια ενός διωγμού «ανετρέποντο τα θυσιαστήρια και δεν ετελείτο η Ευχαριστία, ούτε προσφερόταν το ΘΥΜΙΑΜΑ» (Μ. Βασιλείου, Ομιλία ΙΗ, εις Γόρδιον τον μάρτυρα,2, PG31, 496Α).

   Η πρώτη σαφής μαρτυρία περί τού θυμιάματος προέρχεται από τις Αποστολικές Διαταγές τού τέλους τού 4ου αιώνος: «αι τε παρθένοι εις τύπον τού ΘΥΜΙΑΤΗΡΙΟΥ τετιμήσθωσαν και τού ΘΥΜΙΑΜΑΤΟΣ» (Βιβλίο 2, κεφ.26, παρ.8, έκδ. Sources Chrétiennes, τόμ.320, 1985, σελ. 240 [53-55]). Η  ανωτέρω μαρτυρία είναι πολύ σημαντική, διότι δεν αναφέρεται μόνον εις το θυμίαμα, αλλά και εις το θυμιατήριο, δηλαδή εις το σκεύος προσφοράς τού θυμιάματος. Το γεγονός αυτό παραπέμπει εις την λειτουργική χρήση τού θυμιάματος και αποτελεί ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΕΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ! Εφόσον λοιπόν οι Αποστολικές Διαταγές συνοψίζουν τη λειτουργική πράξη τών πρώτων αιώνων, η λειτουργική χρήση τού θυμιάματος θα πρέπει να υφίστατο σε εποχή ΠΡΟΓΕΝΕΣΤΕΡΗ τού 4ου αιώνος!

   Την ίδια εποχή, το Οδοιπορικό τής Αιθερίας, μαρτυρεί περί «ΘΥΜΙΑΤΗΡΙΩΝ εντός τού σπηλαίου τής Αναστάσεως», με τα οποία «ολόκληρη η βασιλική τής Αναστάσεως γέμιζε από ευωδία» (Οδοιπορικό 24, 10, έκδ. Sources Chrétiennes, τόμ.21, 1971, σελ.196).

   Η πιο πιθανή εξήγηση για το γεγονός, ότι οι πρώτοι χριστιανοί απέφευγαν να χρησιμοποιούν θυμίαμα, αν και αναφέρεται στην Αγία Γραφή, ήταν ότι ήθελαν να αποφύγουν να συγχέονται με τους ειδωλολάτρες, οι οποίοι επίσης χρησιμοποιούσαν το θυμίαμα. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός, ότι όχι μόνον ο Τερτυλλιανός (Apologia adversus gentes, 30, PL 1, 504, τον οποίον επικαλείται άλλωστε και  ο Προτεστάντης, δίχως όμως την οικείαν παραπομπή) αλλά και οι Ιουστίνος (Α΄ Απολογία, 13, PG 6, 936 & Β΄ Απολογία, 5, PG 6, 452), Αθηναγόρας (Πρεσβεία περί Χριστιανών, 13, PG 6, 916), Κλήμης Αλεξανδρείας (Στρωματείς, 7, 6, PG 9, 444 πρβλ. και Παιδαγωγός 2, 8  και 3, 12, PG 8, 473, 669) καθώς και ο Ωριγένης (Κατά Κέλσου 8,17 και 20, PG 11, 1540, 1548, Ομιλία εις το Λευιτικόν, PG 12, 550 και Ομιλία 3 εις το βιβλίον τών Κριτών, PG 12, 962-963), κάνουν συγκρίσεις μεταξύ τής λατρείας εθνικών και χριστιανών αναφέροντας ΚΑΙ ΤΟ ΘΥΜΙΑΜΑ (Γεώργιος Φίλιας, «Λειτουργική», τόμ. Α΄, έκδ. Γρηγόρης, Αθήνα 2006, σελ. 79-80).

   Όμως η βιβλική βάση τού θυμιάματος ήταν αρκετή ώστε να γίνει χρήση του όταν η Εκκλησία ελευθερώθηκε από τούς διωγμούς και ήταν πλέον η κυρίαρχη πνευματική δύναμη τής αυτοκρατορίας.






    Ως προς τις λαμπάδες όμως, έναν αιώνα πριν από τον Λακτάντιο, έχουμε μαρτυρία ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ τού Τερτυλλιανού όταν αναφέρεται στις «αγάπες», τα γεύματα τών πρώτων χριστιανών, όπου εγίνετο χρήση λαμπάδων! Σύμφωνα με τον καθηγητή Δημήτριο Μωραΐτη, «η περιγραφή τών αγαπών κατά τον Τερτυλλιανόν» συμπεριλαμβάνει και την αναφορά ότι «το δείπνον ήρχιζε προ τής επελεύσεως τού σκότους. Προς το τέλος αυτού ένιπτον τας χείρας, ΛΑΜΠΑΔΕΣ ΗΝΑΠΤΟΝΤΟ και τότε ήρχιζεν η πνευματική πανδαισία δι’ αναγνώσεως αποσπασμάτων εκ τής Γραφής»

(Δημήτριος Μωραΐτης, «Ιστορία τής χριστιανικής λατρείας. Αρχαίοι χρόνοι (Α΄-Δ΄ αιών)» (Ανάτυπον εκ τής Επιστημονικής Επετηρίδος Θεολογικής Σχολής Αθηνών, τόμ. ΙΕ΄), Αθήναι 1964, σελ. 134)

   Οπότε, αγαπητοί αναγνώστες, διαπιστώνουμε, ότι όχι μόνον ο Τερτυλλιανός ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την χρήση λαμπάδων (όπως ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΤΙΚΩΣ προσπαθεί να μάς πείσει ο Προτεστάντης), αλλά ΞΕΚΑΘΑΡΑ περιγράφει τη ΧΡΗΣΗ ΑΥΤΩΝ υπό τών ΠΡΩΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ!!! Τα συμπεράσματα λοιπόν δύναται ο καθένας μας να τα εξάγει για την «ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ» τών πληροφοριών που δημοσίευσε ο Προτεστάντης καθώς και για την «ΕΓΚΥΡΟΤΗΤΑ» τού κειμένου το οποίο υιοθέτησε!






ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος διδάσκει και προτρέπει η εξομολόγηση να γίνεται κατευθείαν στον Θεό.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Για άλλη μια φορά ο Προτεστάντης κάνει λάθος, διότι ο Χρυσόστομος αναθέτει την συγχώρεση τών αμαρτημάτων εις τούς ΙΕΡΕΙΣ:

«Οι την γην οικούντες και εν ταυτή ποιούμενοι την διατριβήν τα εν ουρανοίς διοικείν επετράπησαν και Εξουσίαν έλαβον, ην ούτε αγγέλοις ούτε αρχαγγέλοις έδωκεν ο Θεός. Ου γαρ προς εκείνους (τούς αγγέλους) είρηται· ‘Όσα αν δήσητε επί τής γης έσται δεδεμένα και εν τω ούρανώ˙ και όσα αν λύσητε επί τής γης, έσται λελυμένα εν τω ουρανώ’. Έχουσι μεν γαρ και οι κρατούντες επί τής γης την τού δεσμείν εξουσίαν, αλλά σωμάτων μόνον ούτος δε ο δεσμός αυτής άπτεται τής ψυχής και διαβαίνει τούς ουρανούς και άπερ αν εργάσωνται κάτω ΟΙ ΙΕΡΕΙΣ, ταύτα ο Θεός άνω τηροί και την τών δού­λων γνώμην ο Δεσπότης βέβαιοι. Και τί γαρ άλλ’ η πάσαν αυτοίς την ουράνιον έδωκεν εξουσίαν. ΩΝ γαρ αν, φησίν, αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται, και ων αν κρατήτε, κεκράτηνται. Τις αν γέ­νοιτο ταύτης εξουσία μείζων; Πά­σαν την κρίσιν έδωκεν ο Πατήρ τω Υιώ· ορώ δε πάσαν αυτήν τούτους εγχειρισθέντας υπό τού Υιού(Ιωάννου Χρυσοστόμου, Λόγος Γ' περί Ιερωσύνης, P.G. 48, 643).

«τους εγκεχειρισμένους την ενέργειαν μετά πολλής θεραπεύωμεν τής τιμής. Μεγάλη γαρ η ΤΩΝ ΙΕΡΕΩΝ αξία. ΩΝ αν αφήτε, φησίν, αφέωνται αι αμαρτίαι. Διό και Παύλος έλεγε. Πείθεσθε ΤΟΙΣ ΗΓΟΥΜΕΝΟΙΣ υμών και υπείκετε͵ και υπερεκπερισσού ηγείσθε ΑΥΤΟΥΣ ΕΝ ΤΙΜΗ». (Ιωάννου Χρυσοστόμου, Εις το κατά Ιωάννην, PG 59, 471)

   ΓΙΑ ΑΛΛΗ ΜΙΑ ΦΟΡΑ, αγαπητοί αναγνώστες, «θαυμάζουμε» με ποιον τρόπο οι αιρετικοί ΚΑΤΑΣΥΚΟΦΑΝΤΟΥΝ τούς Ιερούς Πατέρες τής Εκκλησίας, ερμηνεύοντες ΚΑΤΑ ΤΟ ΔΟΚΟΥΝ και ΚΑΤΑ ΤΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΟΥΣ τα ιερά αυτών κείμενα, προκειμένου να δικαιώσουν εαυτούς και αλλήλους, ότι ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ  Δ Η Θ Ε Ν  ΔΙΚΑΙΩΝΟΥΝ ΤΟ ΠΕΠΛΑΝΗΜΕΝΟ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΚΟ ΠΙΣΤΕΥΩ ΤΟΥΣ!






ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

Επίσης ο 35 κανόνας της Λαοδικείας ορίζει, οι χριστιανοί να μην επικαλούνται αγγέλους, γιατί αυτό είχε απαγορευτεί, αντίθετα με όσα γίνονται σήμερα με την προσκύνηση των Ταξιαρχών αγγέλων.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Όπως ξέρουμε, είναι δεδομένος ο σεβασμός τού Παύλου προς τούς αγγέλους και αυτό το βλέπουμε π.χ. στο πώς τούς τοποθετεί στη φράση «διαμαρτύρομαι ενώπιον τού Θεού και Κυρίου Ιησού Χριστού και τών εκλεκτών αγγέλων» (Α΄ Τιμ. 5:21).

   Ταυτόχρονα, ο Απόστολος Παύλος καταδικάζει εκείνους που από ψευδο-ταπεινοφροσύνη έλεγαν, ότι τάχα είναι ανάξιοι να λατρεύουν τον Θεό, και έτσι κατέφευγαν σε «θρησκεία τών αγγέλων» (Κολ. 2:18).

   Αυτό ακριβώς κάνει και ο 35ος Κανόνας τής εν Λαοδικεία Συνόδου που, όπως και ο Παύλος στο Κολ. 2:18, δεν αναφέρεται απλώς σε τιμή προς τούς αγγέλους, αλλά μιλάει για ΑΓΓΕΛΟΛΑΤΡΙΑ. Έτσι και η Σύνοδος σε ΑΥΤΟ αναφέρεται, και μιλά για ανθρώπους που «ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΠΟΥΝ την εκκλησία τού Θεού» για να «κάνουν συνάξεις και να επικαλούνται αγγέλους», πράγμα που θεωρείται «ειδωλολατρία» και «εγκατάλειψη» τής πίστης εις τον «Κύριό μας Ιησού Χριστό».

   Ακολουθώντας το πνεύμα αυτό η Εκκλησία, εις τον Όρο Πίστεως τής Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου, επιτρέπει την τιμητική (και ΟΧΙ λατρευτική) προσκύνηση «τής αχράντου δεσποίνης ημών τής αγίας Θεοτόκου, ΤΙΜΙΩΝ ΤΕ ΑΓΓΕΛΩΝ, και πάντων αγίων και οσίων ανδρών» με τον σαφή διαχωρισμό, ότι «ΤΙΜΗΤΙΚΗΝ προσκύνησιν απονέμειν, ου μην την κατά πίστιν ημών αληθινήν ΛΑΤΡΕΙΑΝ, ή πρέπει μόνη τη ΘΕΙΑ ΦΥΣΕΙ» (Ιωάννου Καρμίρη, «Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας», τόμ. Α΄ (έκδ. 1η), Αθήνα 1952, σελ. 204).

   Είναι σαφές λοιπόν, ότι ακολουθώντας το Βιβλικό πνεύμα, ο χριστιανός απλώς ΤΙΜΑ τούς αγγέλους ή την Θεοτόκο, αλλά ΛΑΤΡΕΥΕΙ μόνο τον Θεό και κανέναν άλλον.






ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

Ο 36 κανόνας της ίδιας Συνόδου ορίζει οι ιερωμένοι να μην φτιάχνουν φυλαχτά και όσοι τα φορούν να διώκονται από την Εκκλησία.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Δυστυχώς ο Προτεστάντης «ΚΟΒΕΙ ΚΑΙ ΡΑΒΕΙ» έναν πολύ σαφή Κανόνα ώστε να εξυπηρετήσει τον σκοπό του. Αρκεί όμως η παράθεση τού κειμένου με τη μετάφρασή του για να καταλάβει ο οποιοσδήποτε το περιεχόμενο: «Ότι ου δει ιερατικούς ή κληρικούς, μάγους ή έπαοιδούς είναι, ή μαθηματικούς, ή αστρολόγους, ή ποιείν τα λεγόμενα φυλακτήρια, άτινά εστι δεσμωτήρια τών ψυχών αυτών. Τους δε φορούντας, ρίπτεσθαι εκ τής εκκλησίας εκελεύσαμεν» (Κανών 36 Συνόδου Λαοδικείας) Μετάφραση: «Οι ιερωμένοι ή οι κληρικοί δεν πρέπει να είναι μάγοι ή γητευτές ή μαθηματικοί [εννοεί την μαγική αριθμολογία] ή αστρολόγοι ή να φτιάχνουν τα λεγόμενα φυλαχτά, τα οποία είναι φυλακές τών ψυχών τους. Και όσοι τα φορούν προστάξαμε να διώχνονται από την εκκλησία

   Κατά συνέπεια, ο Κανόνας δεν αναφέρεται σε εικονίσματα ή σταυρουδάκια που έχουν οι πιστοί από σεβασμό προς τα ιερά πρόσωπα ή ως ομολογία πίστεως (όπως υπαινίσσονται οι αιρετικοί που τον επικαλούνται), αλλά αναφέρεται σε ΜΑΓΙΚΑ φυλαχτά που γίνονται με επίκληση ΔΑΙΜΟΝΙΚΩΝ δυνάμεων.






ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

Ο 101 κανόνας της 6ης Οικουμενικής Συνόδου ορίζει ότι ο άρτος της θείας ευχαριστίας πρέπει να λαμβάνεται με το χέρι και όχι με σκεύη αργυρά και χρυσά σε αντίθεση με τον τρόπο που προσφέρονται σήμερα με το κουταλάκι ανακατεμένο με οίνο.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Είναι φανερό, αγαπητοί αναγνώστες, ότι ο Προτεστάντης (όπως και ο ομόπιστός του εκ τού οποίου ήντλησε το κείμενο) ούτε διάβασαν, ούτε κατενόησαν το περιεχόμενο τού Κανόνος. Νομίζουν ότι ο Κανών ορίζει με κάποιον απαράβατο τρόπο, σαν να είναι δόγμα, ότι ο άρτος τής Θείας Ευχαριστίας ΠΡΕΠΕΙ ΟΠΩΣΔΗΠΟΤΕ ΝΑ ΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΧΕΡΙ.

   Δηλαδή, συμφώνως προς τον Προτεστάντη και τούς συν αυτώ, εμείς θα πρέπει να φανταστούμε τον ιερέα να μένει άπραγος ή και να διώχνει από το μυστήριο τής Θείας Ευχαριστίας, κάποιον ανάπηρο που έχει χάσει τα χέρια του και πήγε να μεταλάβε ή κάποιον που βρίσκεται σε θεραπεία από κάποιο τραύμα ή ασθένεια και δεν μπορεί να λάβει τον άρτο στα χέρια του!!!

   Φυσικά, αυτά ακούγονται κωμικά, αλλά τα επισημαίνουμε για να φανεί πόσο επιπόλαιη είναι η κριτική τών Προτεσταντών που δεν μπορούν να σκεφτούν πράγματα που θα σκεφτόταν ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ! Είναι λοιπόν ευκόλως κατανοητό, ότι ο Κανόνας δεν «απαγορεύει» αυτά που ΦΑΝΤΑΖΟΝΤΑΙ οι Προτεστάντες, ούτε φυσικά τη χρήση λαβίδας, αλλά αναφέρεται εις το εξής:

α) κρίνει αυστηρά τούς πιστούς που θέλουν να λάβουν την Θεία Κοινωνία σε ΔΙΚΟ ΤΟΥΣ ΕΙΔΙΚΟ ΔΟΧΕΙΟ, και

β) Κανονίζει - τιμωρεί: 1) εκείνους τούς ΙΕΡΕΙΣ που δέχονται να βάλουν την Θεία Κοινωνία σε τέτοιο δοχείο και 2) εκείνους τούς ΛΑΙΚΟΥΣ που κρατούν τα δοχεία αυτά και ζητούν να τοποθετηθούν εκεί τα Θεία Δώρα.

   Σκοπός λοιπόν τού Κανόνος ήταν α) να μην κάνουν επίδειξη πλουτισμού κάποιοι που πήγαιναν με πανάκριβα σκεύη για να λάβουν την Θεία Κοινωνία, και β) να εξαλειφθεί και η παραμικρά πιθανότης κάποιος που θα λάβει σε σκεύος το Σώμα Χριστού να μην το καταναλώσει εκείνη τη στιγμή, αλλά να το πάρει σπίτι του με κίνδυνο να χρησιμοποιηθεί σε μαγείες, μαγγανείες κ.λπ.






ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

4) ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΣΤΗ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ;

Όχι... οι πατέρες είναι ατελείς στην δογματική τους διδασκαλία και συχνά όταν μιλούν για το ίδιο το θέμα δε συμφωνούν μεταξύ τους. Διατυπώνουν αντικρουόμενες θέσεις και απόψεις. Πολλοί διατύπωσαν απόψεις αντίθετες με την Αγία γραφή και αντίθετες ακόμη με την σημερινή δογματική της Εκκλησίας. Εξ αιτίας αυτών καταδικάστηκαν ως αιρετικοί και αναθεματίσθησαν. Παραδείγματα δογματικών λαθών πατέρων: Άκου ανάθεμα σε πατέρες την στιγμή που ο Χριστός είπε ΕΥΛΟΓΕΙΤΕ ΚΑΙ ΜΗΝ ΚΑΤΑΡΑΣΘΕ. ΠΑΤΕΡΕΣ Ε;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Ανάθεμα δεν είναι τίποτε άλλο από την επιβεβαίωση εκ μέρους τής Εκκλησίας, ότι κάποιο πρώην μέλος της έχει απομακρυνθεί από την Εκκλησία με τη δική του θέληση. Και φυσικά οι όροι «Πατέρας» και «Αιρετικός» είναι εντελώς ασύμβατοι μεταξύ τους. ΟΥΔΕΙΣ με αιρετικές δοξασίες ήταν Πατέρας τής Εκκλησίας, και αν ήταν ΠΡΩΗΝ Πατέρας τής Εκκλησίας, όπως ο Τερτυλλιανός, μόλις απεκόπη από την Εκκλησία και έγινε αιρετικός, ΕΠΑΨΕ να θεωρείται Πατέρας τής Εκκλησίας. Κι επειδή ΕΠΑΨΕ να θεωρείται Πατέρας τής Εκκλησίας ΔΕΝ υποχρεούμεθα να υπερασπίσουμε ή να δικαιολογήσουμε τις απόψεις ή διδασκαλίες με τις οποίες εμφορείτο. Εκφράσεις, που διατυπώνει ο Προτεστάντης, τού τύπου: «καταδικάστηκε ως αιρετικός ένας… Πατέρας της Εκκλησίας» χαρακτηρίζονται επιεικώς ΑΔΟΚΙΜΕΣ, ΕΝΤΕΛΩΣ ΑΣΤΕΙΕΣ, ΧΩΡΙΣ ΝΟΗΜΑ ΚΑΙ ΛΟΓΙΚΗ.

   Ακόμη και για τον Ωριγένη, που ο θαυμασμός όλων ήταν μεγάλος για την πολυμάθεια του, πάντα ήταν διαχωρισμένες και καταδικασμένες από τούς Πατέρες όλες οι αμφίβολες δοξασίες του.






   Αλλά μια που εκδηλώνουν μια τέτοια «ευαισθησία» οι Προτεστάντες συνομιλητές μας, ας δούμε τί έλεγε ο ιδρυτής και πνευματικός ηγέτης τών Προτεσταντών, ο Μαρτίνος Λούθηρος, τότε που θεώρησε ότι η «Επανάσταση των Χωρικών» έθετε σε κίνδυνο τη θρησκεία που έφτιαχνε. Θαυμάστε τον απόλυτο κήρυκα τού μίσους:

«Κάθε άνθρωπος, εις βάρος τού οποίου μπορεί να αποδειχθεί ότι είναι στασιαστής/υποκινητής εξέγερσης, βρίσκεται έξω από τον νόμο τού Θεού και τής Αυτοκρατορίας, και έτσι, ο πρώτος που έχει τη δυνατότητα να τον ΣΚΟΤΩΣΕΙ, πράττει καλώς. Διότι, αν ένας άνθρωπος είναι απροκάλυπτα επαναστάτης, κάθε άνθρωπος είναι δικαστής και δήμιός του, όπως ακριβώς όταν μια πυρκαγιά ξεκινά, ο πρώτος που τη σβήνει είναι και ο καλύτερος […] Γι’ αυτό, αφήστε όποιον μπορεί να ΧΤΥΠΗΣΕΙ, να ΣΚΟΤΩΣΕΙ και να ΜΑΧΑΙΡΩΣΕΙ, στα κρυφά ή στα φανερά, έχοντας πάντα κατά νου πως τίποτε δεν μπορεί να είναι πιο φαρμακερό, επιζήμιο ή διαβολικό από έναν επαναστάτη».

Το απόσπασμα εις το πρωτότυπο:

 «Furthermore, anyone who can be proved to be a seditious person is an outlaw before God and the emperor; and whoever is the first to put him to death does right and well. For if a man is in open rebellion, everyone is both his judgo and his executioner; just as when a fire starts, the first man who can put it out is the best man to do the job […]. Therefore let everyone who can, smite, slay, and stab, secretly or openly, remembering that nothing can be more poisonous, hurtful, or devilish than a rebel» (Luther's works, vol. 46 [J. J. Pelikan, H. C. Oswald & H. T. Lehmann, Ed.], Fortress Press, Philadelphia 1999 (c1967), σελ. 50).

   Και αν αναφέρουμε και τις προτροπές τού Λουθήρου σε βία κατά τών Εβραίων, το κάψιμο τών σπιτιών τους και την καταστροφή τών συναγωγών τους, υπάρχει κίνδυνος να ανακατευτούν τα στομάχια τών αναγνωστών. (Όρα το έργο τού Μαρτίνου Λουθήρου, «On the Jews and their lies» (Για τους Εβραίους και τα ψέματά τους, 1543). Το απόσπασμα στο πρωτότυπο: «What shall we Christians do with ... the Jews? ... I shall give you my sincere advice: First, to set fire to their synagogues or schools ... Second, I advise that their houses also be razed and destroyed(Luther's works, vol. 47 [J. J. Pelikan, H. C. Oswald & H. T. Lehmann, Ed.], Fortress Press, Philadelphia 1999 (c1971), σελ. 268)






ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

Ο Διονύσιος Αλεξάνδρειας δεν δεχόταν ότι ο Ιωάννης έγραψε την Αποκάλυψη, ούτε ότι ο Υιός είναι ομοούσιος του Πατρός, άναρχος και αιώνιος.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Η παρεξήγηση, ότι δήθεν ο Διονύσιος Αλεξανδρείας ήταν οπαδός αρειανικών δοξασιών είναι γνωστή στην Εκκλησιαστική Ιστορία. Ο καθηγητής Πατρολογίας Στυλιανός Παπαδόπουλος λέγει περί τού εν λόγω πατρός τα εξής:

«Ο Ρώμης Διονύσιος (260-267) [...] έγραψε στο συνώνυμό του επίσκοπο Αλε­ξανδρείας, ζητώντας να πληροφορηθή το φρόνημά του σχε­τικά με το θέμα, χωρίς να τον κατηγορή προσωπικά. Η αντίδραση τού Αλεξανδρείας υπήρξε έντονη και άμεση με τη σπουδαία θεολογική διατριβή «Έλεγχος και απολογία». Δυσ­τυχώς το κείμενο σώζεται αποσμασματικά. Μπορούμε όμως να διαπιστώσωμε ασφαλώς και να συμπεράνωμε από αυτό τα εξής: ο Διονύσιος δέχεται ότι χρησιμοποίησε για τον Υιό τις ατυχείς λέξεις «ποίημα» (εν χρόνω) και «γενητόν», αλλά δια­μαρτύρεται έντονα, γιατί παρασιωπήθηκαν και άλλοι του όροι, με τούς οποίους κυριολεκτικά εξασφαλίζεται η αϊδιότης και το «ομοούσιον» τού Υιού προς τον Πατέρα. Τον πολύ κρίσιμο τούτον όρο αποφεύγει να χρησιμοποιήση ευθέως, επειδή δεν υπάρχει στη Γραφή, καθώς λέγει. Είναι όμως ο πρώτος θεολόγος που έχει βαθιά συνείδηση τής σημασίας του και ο πρώτος που ζητεί να δείξη την πραγματικότητά του [...] Οι αρειανόφρονες τελείως συμβατικά προσεταιρίσθηκαν το Διονύσιο στηριζόμενοι στο ότι αυτός αναφέρει για τον Υιό τούς όρους «ποίημα» και «γενητόν». Οι αρειανόφρονες ασφαλώς γνώριζαν τις απόψεις τού Διονυσίου και όλο του το εργο, αλλ’ επειδή χρειάζονταν το κυρός του, απομόνωναν τις παραπάνω λέξεις, εμφανίζοντάς τον ως πρό­δρομό τους(Στυλιανού Παπαδόπουλου, Πατρολογία, τόμ.Α΄, Αθήναι 1977, σελ. 447-449)

   Αντί όμως να μακρηγορούμε με αναλύσεις, αρκεί να παραθέσουμε όσα έγραψε ο Μ. Αθανάσιος για τον Διονύσιο Αλεξανδρείας υπερασπίζοντας ΑΥΤΟΝ και το (ΟΡΘΟΔΟΞΟ) ΠΙΣΤΕΥΩ ΤΟΥ έναντι τών Αρειανιστών, οι οποίοι τον θεωρούσαν ομόδοξό τους:

 «Ποιος λοιπόν ακούων αυτά δεν θα καταδικάση μετά μανίας αυτούς που νομίζουν ότι ο Διονύσιος φρονεί τα τού Αρείου; […] λέγη [ο Δονύσιος] ότι η Τριάς αμείωτος και αδιαίρετος συγκεφαλαιούται εις Μονάδα […] ισχυριζόμενος, ότι αντιθέτως [από τούς αρειανιστές], ο Υιός είναι ΟΜΟΟΥΣΙΟΣ τού Πατρός. Διά τούτο είναι να θαυμάζη κανείς την αναίδειαν τών ασεβών […]» (Περί Διονυσίου Επισκόπου Αλεξανδρείας, PG 25, 508AB. Μετάφραση από τον τόμο 14 Ε.Π.Ε., Αθανάσιος Αλεξανδρείας, Άπαντα 4, σελ. 57).

   ΚΑΙ ΕΔΩ, παρατηρούμε αγαπητοί αναγνώστες, τις λάθος πληροφορίες που αναμασάει ο Προτεστάντης περί τού Αγίου Διονυσίου Αλεξανδρείας. Διαδίδει ο συνομιλητής μας, ότι ο εν λόγω επίσκοπος ΔΕΝ εδέχετο, ότι ο Υιός είναι ομοούσιος τού Πατρός, ενώ ο Μ. Αθανάσιος ρητώς μάς διαβεβαιώνει, ότι ο εν λόγω Άγιος κήρυττε πως ο Υιός είναι ΟΜΟΟΥΣΙΟΣ τού Πατρός!!! ΕΜΕΙΣ τώρα, αγαπητοί αναγνώστες, ποιον πρέπει να πιστέψουμε; Τις ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΕΣ τού Προτεστάντη ή την άποψη τού Μ. Αθανασίου περί τού Αγίου Διονυσίου Αλεξανδρείας;;;

   Πόσο δίκιο έχει ο Μ. Αθανάσιος όταν λέγει: «είναι να θαυμάζη κανείς την αναίδειαν των ασεβών»!!!

   Ως προς το βιβλίο τής Αποκαλύψεως, ισχύουν όσα αναφέραμε για τη Συμφωνία Πατέρων. Σύμφωνα με την Βιβλική διδασκαλία δεν υπάρχει άνθρωπος αλάθητος (Α΄ Ιωάν. 1:8, Α΄ Τιμ. 1:15). Η άποψη τού Διονυσίου Αλεξανδρείας ήταν μεμονωμένη και δεν μπορούσε να υπερισχύσει εις την έως τότε ομόφωνη παράδοση, ότι συγγραφεύς τής Αποκαλύψεως ήταν ο Απόστολος Ιωάννης, όπως μαρτυρούσαν οι Ιουστίνος, Ειρηναίος, Κλήμης Αλεξανδρέας, Ωριγένης, Τερτυλλιανός, Ιππόλυτος, Κανόνας Μουρατόρι κ.ά.





ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

Ο Ιππόλυτος Ρώμης δίδαξε ότι ο Ιησούς έζησε μέχρι 50 χρόνια και άλλες πλάνες.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ


   Ο Ιππόλυτος εις το Υπόμνημά του στον Δανιήλ (IV, 23), αναφέρει ότι ο Χριστός μαρτύρησε και πέθανε 33 ετών: «έπαθεν δε τριακοστώ τρίτω έτει».

    Και καθώς είναι ένα πολύπλοκο χωρίο γεμάτο υπολογισμούς, ψάξαμε και αλλού στη βιβλιογραφία και όντως, αυτό επιβεβαιώνεται: «Hippolytus, in his commentary on Daniel, is supposed to have been the first to compute the date. He believed that from the conception to the crucifixion of Jesus was exactly thirty-three years». (λήμμα: «Christmas», The Wycliffe Bible Encyclopedia, Moody Press, 1975, σελ. 338)

   Άρα έχουμε ΚΑΙ ΕΔΩ, όπως και σε ΠΟΛΛΑ ΑΛΛΑ σημεία τής δημοσιεύσεως τού Προτεστάντη, αν όχι ΠΑΤΕΡΙΚΩΝ ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΩΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ, τότε σίγουρα ΑΝΑΚΡΙΒΩΝ ΚΑΙ ΠΑΡΑΠΛΑΝΗΤΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ!!!



ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

Ο Ευσέβιος Καισαρείας είχε αποδεχτεί τη θέση του Αρείου και στην Σύνοδο της Τύρου (336 Μ.Χ.) πήρε θέση ενάντια στον Μέγα Αθανάσιο.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Είπαμε και παραπάνω εις την αντίστοιχη ένσταση τού Προτεστάντη περί τού Ευσεβίου (Νο 3), ότι ο Ευσέβιος ΔΕΝ είναι Πατέρας της Εκκλησίας, οπότε δεν υποχρεούμεθα να απολογηθούμε για τις δογματικές του απόψεις.  Επαναλαμβάνουμε, μήπως και το εμπεδώσουν κάποιοι αιρετικοί και σταματήσουν επιτέλους την «καραμέλα» περί τού Ευσεβίου, ότι ο Παμφίλου ονομάζεται συχνά ως ο «πατέρας τής ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ Ιστορίας», αλλά όχι και Πατέρας τής ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, διότι παρουσίασε θεολογικά προβλήματα. Όπως προείπαμε εις το κεφ.3 τής δημοσιεύσεως τού συνομιλητού μας, επαναλαμβάνουμε ΚΑΙ ΕΔΩ, ότι εις τα πρακτικά τής Ζ΄ Οικουμενικής Συνόδου δεν γίνεται αποδεκτή η θεολογία του:

«ίδωμεν ποίας δόξης εστίν ο Ευσέβιος […] δεχόμεθα τούτον; Η αγία Σύνοδος είπε, μη γένοιτο δέσποτα»

(Πρακτικά Συνόδων υπό Mansi J.D., « Sacrorum Conciliorum Nova et Amplissima Collectio», τόμ. 13, στ. 176Ε-177Α).






ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

5) ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΜΕ ΤΙΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΣΗΜΕΡΑ;

Ο Λουκιανός, που τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία, αποδέχτηκε αιρετικές κακοδοξίες και αφορίστηκε από την Εκκλησία. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς μεταξύ άλλων εσφαλμένων διδασκαλιών υποβιβάζει τον Υιόν του Θεού σε κτίσμα και δέχεται ότι δεν έγινε άνθρωπος. Ο Τερτυλλιανός είχε χαρακτηριστεί από την Ορθόδοξη πλευρά ανορθόδοξος και αιρετικός. Ο Κύριλλος Αλεξάνδρειας δεχόταν το FILIOQUE (ΦΙΛΙΟΚΒΕ) και είχε άλλη γνώμη για τις δύο φύσεις του Υιου. Ο Χρυσόστομος αμφισβητεί το βιβλίο τής Αποκάλυψης.

Επίσης άλλοι πατέρες δίδασκαν την χιλιετή βασιλεία του Χριστού, σύμφωνα με την Αποκάλυψη του Ιωάννη, την οποία απορρίπτει ΣΗΜΕΡΑ η Ορθόδοξη Εκκλησία. Μερικοί από αυτούς είναι: ο Βαρνάβας, ο Παπίας, ο Ιουστίνος ο μάρτυς, ο Ειρηναίος, ο Τερτυλλιανος, ο Μεθόδιος. Συνεπώς και στο σημείο αυτό η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν ακολουθεί τη διδασκαλία των πατέρων.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Πριν απαντήσουμε αναλυτικά εις το ανωτέρω σχόλιο τού Προτεστάντη οφείλουμε να διατυπώσουμε κάποια εισαγωγικά σχόλια ή μάλλον να κάνουμε ένα μάθημα Πατρολογίας στούς αδαείς Προτεστάντες.

   Αν και μοιάζει αστείο, όμως είναι πραγματικότητα και φαίνεται καθαρά: οι Προτεστάντες δεν έχουν καταλάβει ακόμα τι είναι αυτό το γνωστικό αντικείμενο που ονομάζουμε «Πατρολογία»! Επειδή τα βιβλία Χριστιανικής Γραμματολογίας συχνά στην επιστημονική ορολογία ονομάζονται και «Πατρολογίες», νομίζουν οι Προτεστάντες, ότι όσοι αναφέρονται εκεί μέσα, είναι και…«Πατέρες της Εκκλησίας»! Αγαπητοί Προτεστάντες, που μας έχετε κουράσει με την επιπολαιότητά σας. Ο τίτλος «Πατρολογία» είναι πλέον επιστημονικά καθιερωμένος, όμως στην ουσία κάτω από τον τίτλο αυτό, γίνεται λόγος για την ιστορία ΟΛΗΣ τής Χριστιανικής Γραμματολογίας, είτε Ορθόδοξης, είτε αιρετικής, είτε επώνυμης είτε ανώνυμης!

   Μία «Πατρολογία» περιέχει λήμμα για τον Άρειο, για τον Γνωστικισμό, για τούς Μανιχαίους, για τούς Δονατιστές, για τούς Πελαγιανούς, για τα απόκρυφα κείμενα κ.λπ. κ.λπ. Γι’ αυτό λοιπόν μπερδεύονται οι Προτεστάντες και λένε πράγματα ασυνάρτητα, όπως π.χ. ότι έχουμε «Πατέρες τής Εκκλησίας» που έχουν καταδικαστεί ως… αιρετικοί! Ας σταματήσουν επιτέλους να μπερδεύουν τα πράγματα και ας διαβάσουν ΠΡΩΤΑ τουλάχιστον τα στοιχειώδη και ΜΕΤΑ να προσπαθήσουν να τα αντικρούσουν.

   Επίσης, υποενότητα κάθε Πατρολογίας είναι οι λεγόμενοι «Αποστολικοί Πατέρες», αλλά και πάλι, οι Προτεστάντες δεν έχουν καταλάβει, ότι και αυτός είναι ένας συμβατικός τίτλος. Εκεί περιλαμβάνονται πλήθος κειμένων, επώνυμα και ανώνυμα, όμως «Αποστολικοί Πατέρες» με την ουσιαστική σημασία τού ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΔΑΣΚΑΛΟΥ θεωρούνται μόνον ο Κλήμης Ρώμης, ο Ιγνάτιος Αντιοχείας και ο Πολύκαρπος Σμύρνης και μόνον με βάση τα κείμενά τους που έχουν κριθεί ως γνήσια. Από όλα τα υπόλοιπα κείμενα απλώς αντλούμε χρήσιμες ειδήσεις για το πλαίσιο τής αρχαίας χριστιανικής ζωής όμως «Πατέρες της Εκκλησίας» δεν είναι ούτε ο Παπίας, ούτε ο συγγραφέας τής «Επιστολής Βαρνάβα» κ.ά.

   Και ως προς τούς μεταγενεστέρους, δεν είναι «Πατέρας τής Εκκλησίας» ούτε ο Τερτυλλιανός (διότι όπως είναι ευρέως γνωστό προσεχώρησε εις την αίρεση τού Μοντανισμού), αλλά ούτε ο Λουκιανός, για τον οποίο δεν έχουμε ούτε καν πλήρη στοιχεία για τον βίο του: «Λουκιανός: Σημαίνων θεολόγος κατά τα τέλη τού Γ΄ και τας αρχάς τού Δ΄ αιώνος, τού οποίου η προσωπικότης παραμένει ακόμη ΑΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΤΟΣ» (Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια (ΘΗΕ), τόμ. 8, έκδ.1966, στήλη 396).

   Ο Πατρολόγος Δημήτριος Τσάμης θεωρεί, ότι υπήρξε ένας μόνον Λουκιανός που όντως κάποτε ακολούθησε αιρετικές δοξασίες, και γράφει: «Ορισμένοι προσπαθούν να αποδείξουν, με όχι πολύ πειστικά επιχειρήματα, ότι ο μάρτυρας Λουκιανός και ο ιδρυτής τής Σχολής τής Αντιοχείας ήταν δύο διαφορετικά άτομα» (Δημήτριος Τσάμης, «Εκκλησιαστική Γραμματολογία», σελ. 99).

   Αντιθέτως, ο Πατρολόγος Παναγιώτης Χρήστου, ο οποίος επικαλείται και σημαντικούς Έλληνες γραμματολόγους (όπως τον Κων/νο Οικονόμου τον εξ Οικονόμων, τον Δημήτριο Μπαλάνο και τον Κων/νο Κοντογόνη), θεωρεί ότι υπήρξαν ΔΥΟ Λουκιανοί («Πατρολογία», τόμ.Β΄, σελ. 949-950) και επικαλείται τη θετική γνώμη τού Χρυσοστόμου για τον Λουκιανό: «Ο Λουκιανός επαινείται μεγάλως υπό τού Χρυσοστόμου, (PG 50, 519-526) όπερ δεικνύει ότι ΔΕΝ επρόκειτο περί τού αιρεσιάρχου» («Πατρολογία», τόμ. Δ΄, σελ. 277)

   Ο Πατρολόγος Στυλιανός Παπαδόπουλος δέχεται ότι ήταν ένα πρόσωπο «τού οποίου η θεολογική εικόνα τείνει να γίνει αφόρητα σκοτεινή», αλλά δεν αποδέχεται ότι υπήρξε φορέας αιρετικών πεποιθήσεων, και πιστεύει ότι «οι αρειανόφρονες παραβίασαν το πνεύμα του και η αναφορά τους στο πρόσωπό του κατανοείται κυρίως από την ανάγκη να βρουν ερείσματα σε αυθεντίες ερμηνευτικές και σε πρό­σωπα που η Εκκλησία τιμούσε», δηλαδή  οι Αρειανόφρονες τον συκοφάντησαν ως «δικό τους», διότι είχαν ανάγκη από το όνομα τού Λουκιανού που έχαιρε εκτιμήσεως από την Εκκλησία. (Στυλιανού Παπαδοπούλου, «Πατρολογία», Β΄, έκδ. 2η, σελ. 77).

   Νομίζουμε πως όλα τα παραπάνω δείχνουν πόσο απίστευτα πρόχειρα είναι τα κείμενα που γράφουν οι Προτεστάντες, οι οποίοι, όπως «βάφτισαν» τον Ευσέβιο ως «Πατέρα τής Εκκλησίας» (!!!), το ίδιο κάνουν και για τον Λουκιανό. Είναι όμως αδύνατον με τα δεδομένα που υπάρχουν να υπάρξει συζήτηση επάνω στο τι ήταν ή τι δεν ήταν ο Λουκιανός.






ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς μεταξύ άλλων εσφαλμένων διδασκαλιών υποβιβάζει τον ΥΙΟΝ του Θεού σε κτίσμα και δέχεται ότι δεν έγινε άνθρωπος.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Αντιθέτως, ο Κλήμης Αλεξανδρείας σαφώς αποδέχεται τη Θεότητα τού Χριστού καθώς μάς λέγει, ότι ο Υιός τού Θεού είναι και αυτός πανταχού παρών και παντογνώστης, χαρακτηριστικά που μόνο ο Θεός έχει: «Ο Υιός του Θεού, ου μεριζόμενος, ουκ αποτεμνόμενος, ου μεταβαίνων εκ τόπου εις τόπον, πάντη δε ων πάντοτε, και μηδαμή περιεχόμενος […] ΠΑΝΤΑ ΟΡΩΝ, ΠΑΝΤΑ ΑΚΟΥΩΝ, ΕΙΔΩΣ ΠΑΝΤΑ» (Στρωματείς 7, 2, 5.3-5 PG 9, 408C).

   Ο δογματολόγος Κων/νος Σκουτέρης παραθέτει αρκετά εδάφια και καταλήγει, ότι ο Κλήμης Αλεξανδρείας «φαίνεται με σαφήνεια, ότι αναγνωρίζει τη θεότητα τού Υιού» (Κωνσταντίνου Σκουτέρη, «Ιστορία Δογμάτων», τόμ. Α΄, σελ. 548). Απλώς στα πρώιμα αυτά χρόνια δεν υπάρχει ακόμα σαφώς καθορισμένη θεολογική ορολογία και έτσι απαιτείται πολύ εντατικότερη και συνολική μελέτη τών έργων ώστε να βγουν έγκυρα συμπεράσματα.

   Επίσης, σαφέστατα δέχεται ο Κλήμης και την ενανθρώπιση. Με συνεχείς παραθέσεις χωρίων, ο καθηγητής Σκουτέρης γράφει: «Ο Κλήμης επεξεργάζεται σε ικανοποιητικό βαθμό την περί τής ενανθρωπήσεως διδασκαλία τής Εκκλησίας […] η οποία εναρμονίζεται προς την παράδοσή της. […] Το ‘αισθητόν αυτού σαρκίον» εκυοφορήθη ‘εν μήτρα παρθένου’. Επιβεβαίωση τής σαρκώσεως τού Υιού τού Θεού είναι το πάθος και η ανάστασή Του. Ο Λόγος τού Θεού, χωρίς να αποχωρίζεται τη θεότητά Του (‘ου γαρ εξίσταται τής αυτού περιωπής’), γίνεται τέλειος άνθρωπος. Ο Κλήμης αναγνωρίζει στο πρόσωπο τού Ιησού Χριστού τις δύο φύσεις, τη θεία και την ανθρώπινη» (Κωνσταντίνου Σκουτέρη, «Ιστορία Δογμάτων», τόμ. Α΄, σελ. 548-549).

   ΔΙΑ ΕΙΣΕΤΙ ΜΙΑΝ ΦΟΡΑ, λοιπόν, ο Προτεστάντης συλλαμβάνεται να γράφει πράγματα ΑΝΥΠΟΣΤΑΤΑ και ΣΥΚΟΦΑΝΤΙΚΑ για τούς Πατέρες τής Εκκλησίας. Άλλωστε, το μόνιμο πρόβλημα με παρόμοια κείμενα Προτεσταντών είναι αυτή η χύμα μορφή τους. Ένα ανακάτεμα ονομάτων και χαρακτηρισμών για τα οποία δεν υπάρχει ούτε ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΗΣ ΓΝΩΣΗ, ούτε η ΠΑΡΑΜΙΚΡΗ τεκμηρίωση, ούτε καν ΜΙΑ πηγή απ’ όπου αντλήθησαν οι πληροφορίες που δημοσιεύονται. Συλλέγει ο καθένας από το διαδίκτυο κυριολεκτικά ό,τι τύχει, τα ρίχνει όλα μαζί σε ένα κείμενο και ΚΑΤΟΠΙΝ ΚΑΛΟΥΜΕΘΑ  Ε Μ Ε Ι Σ  ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΟΛΗ ΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΩΣΤΕ ΝΑ ΜΗΝ ΑΦΗΝΟΥΜΕ ΤΑ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΚΑ  Ψ Ε Υ Δ Η  ΝΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΑΝΑΠΑΝΤΗΤΑ.






ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

Ο Κύριλλος Αλεξάνδρειας δεχόταν το FILIOQUE (ΦΙΛΙΟΚΒΕ) και είχε άλλη γνώμη για τις δύο φύσεις του Υιου.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Σχετικά με το Φιλιόκβε, ο Προτεστάντης επαναλαμβάνει την Παπική προπαγάνδα. Διότι μόνο εάν κάποιος είχε ως σκοπό την προπαγάνδα, θα μπορούσε να βρει 2-3 σημεία τού Κυρίλλου με αμφίβολες διατυπώσεις, όμως μια διδασκαλία δεν κρίνεται έτσι. Η αλήθεια μπορεί να βρεθεί όταν κάποιος εξετάσει ΣΥΝΟΛΙΚΑ την διδασκαλία κάποιου Πατέρα τής Εκκλησίας και τότε, όπως γράφει ο καθηγητής Ανδρέας Θεοδώρου, φανερώνεται, ότι «το βάθος τής διδασκαλίας τού Κυρίλλου είναι εντελώς διάφορον» από αυτό που ισχυρίστηκαν κάποιοι Παπικοί.

   Εις την πιο λεπτομερή μελέτη που έχει γραφτεί για το ζήτημα αυτό (Ανδρέου Θεοδώρου, «Η περί εκπορεύσεως τού Αγίου Πνεύματος διδασκαλία Κυρίλλου τού Αλεξανδρείας και Επιφανίου Κύπρου», Μέρος Α΄: «Θεολογία» ΜΔ΄(1973) τεύχ. 3-4, σελ. 561-582, Μέρος Β΄: «Θεολογία» ΜΕ΄(1974) τεύχ. 1, σελ. 80-101, Μέρος Γ΄: «Θεολογία» ΜΕ΄(1974) τεύχ. 2, σελ. 275-308, Μέρος Δ΄: «Θεολογία» ΜΕ΄(1974) τεύχ. 3, σελ. 478-510) ο καθηγητής Θεοδώρου καταλήγει:

«Η όλη περί Πνεύματος διδασκαλία αυτού [δηλ. τού Κυρίλλου] κυκλούται ανέτως εντός τών πλαισίων τής Ορθοδόξου περί Πνεύματος Αγίου παραδόσεως. Το να δεχθή τις τον Κύριλλον ως εκπρόσωπον τού Filioque εν τη Ανατολή θα ηδίκει προφανώς την αλήθειαν  και την βαθυτέραν ουσίαν τής πραγματικής του διδασκαλίας» (ένθ’ αν., Μέρος Γ΄: «Θεολογία» ΜΕ΄(1974) τεύχ. 2, σελ. 308).

   Άλλωστε εις την μελέτη του ο καθηγητής Θεοδώρου παρουσιάζει ξεκάθαρα χωρία από την Ορθόδοξη διδασκαλία τού Κυρίλλου Αλεξανδρείας που διαλύουν κάθε αμφιβολία, όπως τα παρακάτω:

 - «ΟΜΟΟΥΣΙΟΝ γαρ εστιν αυτοίς [δηλ. Το Άγιο Πνεύμα με τον Πατέρα και τον Υιό] και προχείται μεν, ήγουν εκπορεύεται καθάπερ από πηγής τού Θεού και Πατρός, χορηγείται δε τη κτίσει δια τού Υιού» (PG 77, 316D).

- «Ουκούν ΕΚΠΟΡΕΥΕΤΑΙ μεν, ως έφην, εκ τού ΘΕΟΥ και ΠΑΤΡΟΣ το Πνεύμα το Άγιον, χορηγεί δε αυτό τη κτίσει και δίδωσι τοις αγίοις ως φύσει τε και αληθώς Υιός, ο μονογενής αυτού Λόγος» (PG 72, 521BC).

   Ως προς το θέμα τών δύο φύσεων τώρα, δεν χρειάζεται να μακρηγορήσουμε, όταν ο Προτεστάντης, για τον Κύριλλο Αλεξανδρείας (δηλαδή τον Πατέρα που θεμελίωσε το Δόγμα τής Χαλκηδόνος ενάντια στον μονοφυσιτισμό), ισχυρίζεται ότι είχε… «άλλη γνώμη για τις δύο φύσεις τού Υιού»!!! Ε, ΤΙ ΑΛΛΟ ΠΛΕΟΝ ΘΑ ΑΚΟΥΣΟΥΜΕ;;;

   Κατ’ αρχάς, ξέρουμε, ότι «η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος έχει μεγάλην σημασίαν, διότι διετύπωσεν και διεκήρυξεν το θεμελιώδες ‘δόγμα της Χαλκηδόνος’ σχετικώς με την υποστατικήν ένωσιν τών δύο φύσεων εις τον Χριστόν» (Δέσποινας Κοντοστεργίου, «Αι Οικουμενικαί Σύνοδοι», Πουρναράς, 1997, σελ. 92).

   Και η ειδική μελέτη τού καθηγητού Γεωργίου Μαρτζέλου που εκπονήθηκε ακριβώς για την εξέταση τής Δογματικής Απόφασης τής Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου που ονομάζεται  «Όρος τής Χαλκηδόνος», καταλήγει: «Μέσα στο πλαίσιο αυτής τής αναλύσεως έγινε, νομίζουμε, σαφές ότι παρά τις τροποποιήσεις και τις προσθήκες που έγιναν στο κείμενο τού αρχικού Όρου, μπορούμε να υποστηρίξουμε χωρίς κανένα δισταγμό ότι ο θεολογικός χαρακτήρας τού τελικού Όρου παρέμεινε απόλυτα Κυρίλλειος» (Γεωργίου Μαρτζέλου, «Γένεση και Πηγές τού Όρου τής Χαλκηδόνας», έκδ.Πουρναράς, 1986, σελ. 219).

ΔΙΑ ΕΙΣΕΤΙ ΜΙΑΝ ΦΟΡΑ, ΑΓΑΠΗΤΟΙ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ, ΔΙΕΠΙΣΤΩΣΑΜΕ ΟΤΙ ΑΠΩΤΕΡΟΣ ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ «ΕΡΕΥΝΗΣ» ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΩΝ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Η  Α Λ Η Θ Ε Ι Α  ΠΕΡΙ ΤΩΝ  Π Ρ Α Γ Μ Α Τ Ι Κ Ω Ν  ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΩΝ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ΑΛΛΑ Η ΕΜΦΑΝΕΣΤΑΤΗ ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣΙΣ, ΔΥΣΦΗΜΗΣΙΣ ΚΑΙ ΥΠΟΤΙΜΗΣΙΣ ΑΥΤΩΝ, ΕΠΙ ΣΚΟΠΩ ΒΕΒΑΙΩΣ Ο ΚΛΟΝΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, ΕΦΟΣΟΝ ΑΥΤΗ ΣΤΗΡΙΖΕΤΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΑΥΤΩΝ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ!




ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

Ο Χρυσόστομος αμφισβητεί το βιβλίο τής Αποκάλυψης.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Ξεπερνώντας την διφορούμενη διατύπωση τού Προτεστάντη, μπορούμε να καταγράψουμε την θέση τού πατρ. Ιερεμίου Φούντα (ο οποίος στήριξε την διατριβή του επάνω ακριβώς εις την διδασκαλία τού Ιερού Χρυσοστόμου), που είναι η εξής: «Εις τα παρατεθέντα χωρία τής Αποκαλύψεως δεν παρεθέσαμεν υπομνηματισμούς τού ιερού Χρυσοστόμου, ως έπρεπε, καθά υποχρεοί η εργασία μας, διότι δεν υπάρχουν. Περί τού βιβλίου τής Αποκαλύψεως θα είπωμεν ότι ο Χρυσόστομος αμφεταλαντεύετο, ΔΕΝ ΜΑΡΤΥΡΕΙΤΑΙ ΟΜΩΣ ΟΤΙ ΑΠΕΡΡΙΠΤΕ ΑΥΤΗΝ, ούτε συνέταξε κατάλογον γνησίων βιβλίων τής Αγίας Γραφής» (πατρ. Ιερεμίου Φούντα, «Η περί Προϋπάρξεως τού Ιησού Χριστού Διδασκαλία τής Αγίας Γραφής κατά τον Ιερόν Χρυσόστομον», Αθήνα 2002, σελ. 187, σημ. 154)

   Επίσης, από μόνο του το γεγονός ότι δεν υπομνημάτισε την «Αποκάλυψη» δεν φανερώνει κάτι, αφού ούτε τα Ευαγγέλια τού Μάρκου και τού Λουκά υπομνημάτισε. Επίσης, το έργο που επικαλούνται κάποιοι, με τίτλο: «Σύνοψις Παλαιάς και Καινής (Διαθήκης) ως εντάξει υπομνηστικού» είναι ψευδεπίγραφο (όρα TLG και Στυλιανού Παπαδοπούλου, «Πατρολογία», τόμ. Γ΄, σελ. 161 [έργο αρ.52] ).




ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

Επίσης άλλοι πατέρες δίδασκαν την χιλιετή βασιλεία του Χριστού.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Οι Προτεστάντες, αν και συχνά αναφέρουν τις χιλιαστικές αντιλήψεις που υπήρξαν στην ιστορία τής Εκκλησίας για να κατηγορήσουν τούς Πατέρες, όμως ΟΥΔΕΠΟΤΕ αναφέρονται στο γεγονός, ότι ο Χιλιασμός αυτός ουδέποτε υπήρξε οργανωμένος και παρέμενε πάντα περιθωριακός. Γι’ αυτό, όπως σημειώνει ο καθηγητής Σκουτέρης: «δεν υπήρξε επίσημη καταδίκη τού Χιλιασμού, επειδή ακριβώς δεν εμφανίσθηκε ποτέ ως οργανωμένη αίρεση», και φυσικά, «η Εκκλησία ουδέποτε τον ενέκρινε, με αποτέλεσμα να σβήση από την ιστορική σκηνή» (Κωνσταντίνου Σκουτέρη, «Ιστορία Δογμάτων», τόμ. Α΄, 1998, σελ. 345).

   Μάλιστα, είναι χαρακτηριστικό, ότι ήδη από πολύ νωρίς, ο Ιουστίνος [περ. 150 μ.Χ.], που θεωρούσε ότι οι χιλιαστικές δοξασίες ήταν ορθές, μαρτυρά εντούτοις ότι σύγχρονοι με αυτόν, «υπήρχον πολλοί χριστιανοί ‘καθαράς και ευσεβούς γνώμης’, οι οποίοι δεν συνεμερίζοντο τας περί χιλιασμού αντιλήψεις» (Ανδρέου Θεοδώρου, «Ιστορία τών Δογμάτων», τόμ. Α΄, Μέρος Β΄, έκδ. 1978, σελ. 109).

   Μάλιστα, εκτός τών ανωνύμων αυτών Εκκλησιαστικών ανδρών που απέρριπταν τον χιλιασμό, γνωρίζουμε και επωνύμους που καταδίκασαν τις χιλιαστικές ερμηνείες, όπως ο Πρεσβύτερος Γάιος (περ. 200 μ.Χ.), ο Ωριγένης (περ. 210 μ.Χ.), ο επίσκοπος Ηρακλάς (περ. 220 μ.Χ.), ο Διονύσιος Αλεξανδρείας (περ. 230 μ.Χ.) (Ανδρέου Θεοδώρου, «Θέματα  Ιστορίας Δογμάτων», έκδ. 1986, σελ. 219-220) και βεβαίως ο Ιππόλυτος Ρώμης (περ. 220 μ.Χ.) (Ανδρέου Θεοδώρου, «Ιστορία τών Δογμάτων», τόμ. Α΄, Μέρος Β΄, έκδ. 1978, σελ. 272).

   Κατά συνέπεια, η Εκκλησιαστική Παράδοση ουδέποτε επηρεάστηκε από τις δοξασίες αυτές, οι οποίες εμφανίστηκαν βεβαίως εις την ιδιαιτέρως ταραγμένη εποχή τών σκληρών διωγμών, οι οποίοι δημιούργησαν κλίμα κατάλληλο για τα χιλιαστικά μηνύματα λύτρωσης «εκ τής φονικής μανίας τών τής πίστεως διωκτών» (Ανδρέου Θεοδώρου, «Θέματα  Ιστορίας Δογμάτων», έκδ. 1986, σελ. 221) Μετά το τέλος τών διωγμών όμως, η κίνηση αυτή έσβησε εντελώς χωρίς καν να χρειαστεί υπάρξει επίσημη καταδίκη αφού ουδέποτε έλαβε το φαινόμενο αυτό την οργάνωση και τις διαστάσεις αιρέσεως.




ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

6) ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥΣ ΣΤΟΝ ΤΡΟΠΟ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ ΤΩΝ ΓΡΑΦΩΝ;

Για την ερμηνεία των ιερών κειμένων των Γραφών δεν συμφωνούν οι πατέρες και υποστηρίζουν διαφορετικές μεταξύ τους απόψεις. Δημιούργησαν δύο κυρίως διαφορετικές μεταξύ τους Σχολές ερμηνείας: 1) την Αντιοχειανή Σχολή, που δίδασκε την γραμματοϊστορική μέθοδο της ερμηνείας και 2) την Αλεξανδρινή Σχολή, που δίδασκε την αλληγορική μέθοδο ερμηνείας. Ποια μέθοδος είναι η σωστή; Ποιος έχει δίκιο; Γίνεται φανερό ότι και στο σοβαρό αυτό θέμα δεν μπορούν οι πατέρες να μας βοηθήσουν και να γίνουν υπόδειγμα σε μας για την ερμηνεία των Γραφών. Δεν μπορούμε από τα γραπτά τους να αντλήσουμε έγκυρη παράδοση παρά μόνο αν αυτά συμφωνούν με την Αγία γραφή. Ο Ιουστίνος δεν δέχεται την κατά γράμμα ερμηνεία των προφητειών. Μπορούμε να βασιστούμε σ' αυτόν; Στο θέμα της θείας ευχαριστίας άλλοι πατέρες δίδαξαν την "ΜΥΣΤΙΚΗ ΑΠΟΨΗ", όπως ο Ιγνάτιος, ο Ιουστίνος ο μάρτυς, ο Ειρηναίος, και άλλοι την "ΣΥΜΒΟΛΙΚΗ ΑΠΟΨΗ", όπως ο Τερτυλλιανος και ο Κυπριανός. ΠΟΙΟΙ ΕΧΟΥΝ ΔΙΚΙΟ;

Και δεν είναι μόνο αυτά. Διαφωνία υπήρχε σε πολλά άλλα βασικά θέματα που προξένησαν μεταξύ τους συγκρούσεις, διαμάχες αναθεματισμούς, καθαιρέσεις. ΜΕΤΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ Ε;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Ο Προτεστάντης, αγαπητοί αναγνώστες, μπερδεύει την Ορθοδοξία με την επιστημονική μελέτη τής Εκκλησιαστικής Ιστορίας. Η Ορθοδοξία δεν αναγνωρίζει σχολές «αλληγορικές», «μυστικές», «γραμματοϊστορικές» ή «συμβολικές»! Αναγνωρίζει ΜΟΝΟΝ Πατέρες τής Εκκλησίας και δίνει αυτό το κύρος σε εκείνους που θεολογούν, με βάση τη μακρά Αποστολική της Παράδοση, διαφορετικά τούς απορρίπτει. ΔΕΝ ΚΑΝΟΥΝ ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ, ΑΛΛΑ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΥΤΗ ΠΟΥ ΔΙΔΕΙ ΚΥΡΟΣ ΣΕ ΑΥΤΟΥΣ ΠΟΥ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΠΑΤΕΡΕΣ!

   Ας δούμε ένα παράδειγμα για να βοηθήσουμε τον Προτεστάντη να καταλάβει: Σχολές σκέψης υπήρχαν στην αρχαία φιλοσοφία και διέφεραν ριζικά η μία από την άλλη. Κάποιος φιλόσοφος ακολουθούσε τη σχολή τού Πλάτωνα και όχι άλλη, ενώ άλλος τού Δημοκρίτου και όχι άλλη. Ο Πλάτωνας μάλιστα είχε επιδιώξει να κάψει τα συγγράμματα τού Δημοκρίτου επειδή διαφωνούσε ριζικά μαζί του.

   Στην περίπτωση τής Εκκλησίας ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος ήταν ο σημαντικότερος εκπρόσωπος τής «Αντιοχειανής σχολής», ενώ ο Κύριλλος Αλεξανδρείας ήταν ο σημαντικότερος εκπρόσωπος τής «Αλεξανδρινής σχολής». ΚΑΙ ΟΜΩΣ, ΚΑΙ ΟΙ ΔΥΟ ΑΥΤΟΙ ΜΑΖΙ, ΕΙΝΑΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ!!! Εάν αυτές οι «σχολές» ήταν το ακριβώς «αντίθετο» η μία από την άλλη, (όπως εσφαλμένως παρουσιάζει το ζήτημα ο Προτεστάντης) τότε δεν θα μπορούσαν να συνυπάρχουν, διότι για την Εκκλησία οι «αντίθετοι» θεωρούνται αιρετικοί.

   Εάν λοιπόν οι Σχολές αυτές ήταν «αντίθετες», όπως αφελώς υποστηρίζει ο συνομιλητής μας, θα έλεγε η μία Σχολή, ότι «ο Χριστός είχε σώμα» και η άλλη θα έλεγε, ότι «ο Χριστός δεν είχε σώμα». Ή θα έλεγε η μία, ότι «η Παναγία εγέννησε Θεόν» και η άλλη, ότι «η Παναγία εγέννησε άνθρωπο που εν συνεχεία εθεοποιήθη». Αυτά όμως δεν συνυπάρχουν. Το ένα αναγκαστικά είναι Ορθοδοξία και το άλλο αίρεση. Άρα, δεν μιλάμε για Σχολές με κάποια αντίθεση, αλλά για ΤΡΟΠΟΥΣ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ, πάντα όμως μέσα στα αποδεκτά πλαίσια τής Παράδοσης και τής Ορθοδοξίας.

   Όταν το αίμα τών αμνών στα ανώφλια τών Εβραίων, σωτήριο για τα παιδιά τους, ερμηνεύεται και ως ιστορικό γεγονός αλλά και ως σύμβολο προφητικό για τη διαχρονική προστασία τού Θεού προς το λαό Του (με το Σωτήριο αίμα τού Αμνού που είναι ο Χριστός), εδώ δεν υπάρχει αντίθεση, αλλά αποδεκτές ερμηνείες επί τού ίδιου θέματος.

   Αυτά λοιπόν που η επιστήμη ονομάζει «σχολές» δεν ήταν κάποιες κλειστού τύπου σχολές σκέψεις. Αυτά είναι εντελώς αφελείς προσεγγίσεις. Αν ήταν έτσι, τότε ο Χρυσόστομος, ως ο σημαντικότερος εκπρόσωπος τής «Αντιοχειανής σχολής», θα έπρεπε π.χ. τα εδάφια τής Γενέσεως να τα εκλαμβάνει όλα κατά γράμμα και να είναι τελικά ανθρωπομορφίτης. Για παράδειγμα, επειδή λέει η Γραφή ότι ο Θεός «περπατούσε στον Παράδεισο» και «ακούγονταν τα βήματα Του», θα έπρεπε ο Χρυσόστομος αυτό να το εκλαμβάνει κατά γράμμα. Όμως τι μας λέει; «Περιεπάτει, φησίν, ο Θεός εν τω παραδείσω το δειλινόν. Τί λέγεις, ειπέ μοι, περιεπάτει ο Θεός; Ου περιεπάτει ο Θεός, πως γαρ ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών;» (PG 49, 98) Άρα, για ποια «σχολή» μιλάμε εάν ο Χρυσόστομος δεν δέχεται κατά γράμμα αυτά που γράφει η Βίβλος, ότι ο Θεός έχει πόδια, περπατάει και ακούγονται τα βήματα Του;

   Πρέπει λοιπόν να γνωρίζουμε, ότι η επιστήμη πάντα έχει την ανάγκη να δημιουργεί κατηγορίες, περιόδους, σχολές και εκπροσώπους, διότι έτσι μελετάται ευκολότερα ο τεράστιος όγκος τού υλικού. Δεν πρέπει όμως να είμαστε αφελείς και να νομίζουμε ότι αυτό μπορούσε να συμβεί και στην πραγματικότητα και οι προσωπικότητες τών Πατέρων να συμπεριφέρονται μονοδιάστατα σύμφωνα με τις ταμπέλες τής επιστήμης. Διότι οι ταμπέλες αυτές είναι αναγκαίες μεν, αλλά πάντα συμβατικές.

Αξίζει να προσθέσουμε και τα εξής ως προς τη «συμβολική» και «μυστική» άποψη που αναφέρει ο Προτεστάντης:

   Εις την Ορθοδοξία ΟΥΔΕΜΙΑ «συμβολική» ερμηνεία για το Σώμα και Αίμα Χριστού γίνεται αποδεκτή. Και βεβαίως, ο Κυπριανός, ΚΑΜΙΑ «συμβολική» άποψη δεν είχε για την Θεία Ευχαριστία. Δεν πίστευε ότι ο άρτος και ο οίνος είναι απλώς «σύμβολα», αλλά τα απεδέχετο ως το πραγματικό Σώμα και το πραγματικό Αίμα τού Χριστού.

   Παραπέμποντας εις το έργο τού Κυπριανού, ο αείμνηστος καθηγητής Παναγιώτης Τρεμπέλας γράφει, ότι ο Κυπριανός «βέβαιοι, ότι ‘ο Χριστός είναι ο άρτος ημών, οίτινες ΑΠΤΟΜΕΘΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΤΟΥ’ («qui corpus ejus contigimus») και όσοι κοινωνούν αυτοί κατά τον κανόνα τής κοινότητος έχουν ζωήν αιώνιον. Επί πλέον εξ αφορμής τών πεπτωκότων (lapsi), οίτινες άνευ μετανοίας και συνδιαλλαγής προς την Εκκλησίαν ελάμβανον την θείαν Ευχαριστίαν, διακηρύττει, ότι μετήρχοντο βίαν κατά τού ΣΩΜΑΤΟΣ και ΑΙΜΑΤΟΣ τού Κυρίου και ημάρτανον κατ’ αυτού διά τών χειρών των και τού στόματός των βαρύτερον παρ’ όσον ότε ηρνήθησαν αυτόν. Ομιλεί δε ως ο θείος Παύλος περί τιμωριών απροσδοκήτων επαγομένων επί τών αναξίως κοινωνούντων προσάγων ως είπομεν ανωτέρω, και ωρισμένας περιπτώσεις τοιούτων. Εξ άλλου θέτει εκ παραλλήλου την λήψιν τού αίματος τού Χριστού εν τη Ευχαριστία μετά τής εν τω μαρτυρίω εκχύσεως τού αίματος τών μαρτύρων, τουθ’ όπερ υποδηλοί, ότι το εν τη Εύχαριστία ΑΙΜΑ τού Χριστού είναι ωσαύτως ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΝ, ως και το υπό τού μάρτυρος εκχυνόμενον αίμα» (Παναγιώτου Τρεμπέλα, «Δογματική», τόμ. Γ΄, σελ. 186).

   Ως προς τη «μυστική» άποψη που αφορά την μεταβολή τών Δώρων, αυτή είναι και η μοναδική που υπάρχει στην Ορθοδοξία. Η Εκκλησία στο ζήτημα τής εξηγήσεως τού Μυστηρίου τής Θείας Ευχαριστίας αρκέστηκε εις το γεγονός, ότι η μεταβολή συντελείται με τις ενέργειες τού Αγίου Πνεύματος και ουδέποτε μιμήθηκε τις ακρότητες τών Παπικών σχολαστικών που θέλησαν να βάλουν τα πάντα σε… επιστημονικό εργαστήριο και «επιχείρησαν με βάση την Αριστοτελική φιλοσοφία ως προς τη σχέση ύλης και είδους να εξηγήσουν τον τρόπο τής μεταβολής τού άρτου και τού οίνου σε σώμα και αίμα του Χριστού»

(Νικολάου Ματσούκα, «Δογματική και Συμβολική θεολογία», τόμ. Α΄, 2η έκδ., Πουρναράς, Θεσσαλονίκη 1996, σελ. 174).




ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

Σύμφωνα με την Αγία Γραφή το μόνο αληθινό και σίγουρο θεμέλιο πίστης και αλήθειας, ΕΙΝΑΙ Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ, του Κυρίου, που είναι η Καινή διαθήκη. Αυτή κηρύχτηκε αρχικά προφορικά, αλλά στην συνέχεια γράφτηκε από τους ίδιους τους Αποστόλους ή τους στενούς τους συνεργάτες τους, και έφτασε σε εμάς αναλλοίωτη. Σ' αυτήν ενέμεναν οι πρώτοι χριστιανοί, και επάνω της οικοδομούσαν τη ζωή και την πίστη τους. ΠΡΟΣΕΞΤΕ ΠΑΡΑΚΑΤΩ.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Εις τον ισχυρισμό τών Προτεσταντών, ότι «το μόνο αληθινό και σίγουρο θεμέλιο πίστης και αληθείας είναι η διδασκαλία τού Κυρίου και τών Αποστόλων, δηλαδή η Καινή Διαθήκη», απαντούμε επαναλαμβάνοντας αυτά που γράψαμε εις την απάντησή μας εις το θέμα Νο1, που έθιξε ο Προτεστάντης.

   Οι Προτεστάντες, αγαπητοί αναγνώστες, ενώ ισχυρίζονται ότι ακολουθούν «μόνο την Αγία Γραφή», εν τούτοις έχουν κοπεί σε αμέτρητα κομμάτια μετά την αποχώρηση τους από τούς παπικούς. Όσο κι αν αγωνίζεται απεγνωσμένα ο Προτεστάντης (κι όχι μόνον αυτός), ότι ουδεμία σχέση έχει με τούς πρωτεργάτες τής Διαμαρτυρήσεως τού 16ου αιώνα, η ιστορία, ΠΡΟΣ ΛΥΠΙΝ ΤΟΥ, τον διαψεύδει πανηγυρικώς!

   Πώς γίνεται όμως η μία Αγία Γραφή, να οδηγεί και να διασπά σε τόσα πολλά κομμάτια τούς Προτεστάντες; Είναι απλό: αυτό συμβαίνει, διότι ΜΟΝΟΝ ΣΤΑ ΛΟΓΙΑ ακολουθούν όλοι αυτοί την Αγία Γραφή. Στην ουσία κάθε ομάδα ακολουθεί τις ερμηνευτικές πλάνες τού αρχηγού της, και γι’ αυτό βλέπουμε το αυτονόητο αποτέλεσμα, πολλοί αρχηγοί, πολλές διαφορετικές γνώμες, έντονη φιλαρχία και το αποτέλεσμα είναι οι πολλές διασπασμένες και αλληλοσυγκρουόμενες ομάδες. Αν πράγματι ακολουθούσαν την μία Αγία Γραφή, οι Προτεστάντες θα ήταν ΜΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ομάδα.

   Είναι λοιπόν μία γνωστή ψευδαίσθηση τών Προτεσταντών, οι οποίοι χωρισμένοι σε αρκετές χιλιάδες κομμάτια – «εκκλησίες» (!!!), εξακολουθούν παρά ταύτα, ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ, να λένε το γνωστό «ΠΟΙΗΜΑ» ότι δήθεν «ακολουθούν μόνο την Αγία Γραφή». Δεν μπορούν ούτε καν να φανταστούν ποια τραγική εικόνα παρουσιάζουν, άνθρωποι που ακολουθούν 100 διαφορετικές κατευθύνσεις και όμως, σαν σε ΘΕΑΤΡΟ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΟΓΟΥ, ισχυρίζονται όλοι ταυτοχρόνως, ότι βρίσκονται εις την «σωστή κατεύθυνση»!!!

   Ευθύνεται όμως η Αγία Γραφή για ΤΑ ΧΑΛΙΑ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΩΝ; Όχι βεβαίως, αλλά η ΕΡΜΗΝΕΙΑ που δίδουν εις αυτήν. Αδυνατούν να εννοήσουν, ότι ναι μεν η Γραφή είναι η αλήθεια, αλλά η αλήθεια έχει ανάγκη στηρίγματος, δηλαδή ορθής ερμηνείας. Και ο αυθεντικός ερμηνευτής τής αληθείας – Αγίας Γραφής εν προκειμένω έχει όνομα, το οποίο αναφέρεται εις την Α΄ Τιμ. 3:15. Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ, λέγει ο Απόστολος, είναι ΣΤΥΛΟΣ και ΕΔΡΑΙΩΜΑ τής αληθείας – Αγίας Γραφής.

   Πώς όμως οι ταλαίπωροι Προτεστάντες να καταφύγουν εις αυτόν τον ερμηνευτή για να αντλήσουν την ορθή ερμηνεία τής Γραφής, όταν εις το ΑΚΟΥΣΜΑ και μόνο τής λέξεως «Εκκλησία» ΒΓΑΖΟΥΝ ΣΠΥΡΑΚΙΑ;;; Ή πώς να εμπιστευθούν την Εκκλησία όταν πιστεύουν, ότι τον 3ο ή 4ο αιώνα ΑΠΕΣΤΑΤΗΣΕ από την αλήθεια, διότι προσκυνάει εικόνες, αγίους, νηπιοβαπτίζει, έχει παπάδες κ.ά. τινά;

   Ισχυρίζονται ότι μελετούν (;;;) και πιστεύουν (;;;) την Αγία Γραφή, αλλά η Γραφή ΠΟΥΘΕΝΑ δεν κάνει λόγο περί αποστασία Εκκλησίας! Επίσης τα εδάφια που αναφέρουν ότι η Εκκλησία ΔΕΝ ΠΛΑΝΑΤΑΙ, ΟΥΤΕ ΚΑΤΑΠΙΠΤΕΙ, ΟΥΤΕ ΕΙΝΑΙ ΠΟΤΕ ΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΑΠΟΣΤΑΤΗΣΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ, ΔΙΟΤΙ ΕΧΕΙ ΚΕΦΑΛΗ ΤΗΣ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΤΟΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ ΚΑΙ ΚΑΘΟΔΗΓΗΤΑΙ ΕΣΑΕΙ ΚΙ ΑΙΩΝΙΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΙΔΙΟ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ,  Τ Α  Δ Ι Α Β Α Ζ Ο Υ Ν;;;  Τ Α  Π Ι Σ Τ Ε Υ Ο Υ Ν;;;  Τ Α  Π Α Ρ Α Δ Ε Χ Ο Ν Τ Α Ι;;; (π.χ. Ματθ. 16:18, Ιωάν. 14:16, 16: 13, Κολ. 1:18 κ.ά)

Ή ΜΟΝΟΝ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΤΑ ΕΔΑΦΙΑ ΕΚΕΙΝΑ ΠΟΥ ΘΕΩΡΟΥΝ ΟΤΙ  Δ Η Θ Ε Ν  ΔΙΚΑΙΩΝΟΥΝ ΤΑ ΠΙΣΤΕΥΩ ΤΟΥΣ ΕΝΩ ΧΩΡΙΑ ΣΑΝ ΤΑ ΠΡΟΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΑ  Ο Υ Δ Ε Μ Ι Α Ν  ΕΝΤΥΠΩΣΗ ΤΟΥΣ ΠΡΟΚΑΛΟΥΝ;;;

   Ο Προτεστάντης έγραψε ανωτέρω, ότι η Καινή Διαθήκη «κηρύχτηκε αρχικά προφορικά, αλλά στην συνέχεια γράφτηκε από τους ίδιους τους Αποστόλους ή τους στενούς τους συνεργάτες τους, και έφτασε σε εμάς αναλλοίωτη. Σ' αυτήν ενέμεναν οι πρώτοι χριστιανοί, και επάνω της οικοδομούσαν τη ζωή και την πίστη τους». Δεν μάς λέγει όμως ο Προτεστάντης, ότι από την αρχική προφορική κήρυξη τού Ευαγγελίου μέχρι την πρώτη καταγραφή του, δηλαδή από το 33 μ.Χ. έως το 50-51 μ.Χ. που εγράφη το πρώτο κείμενο τής Καινής Διαθήκης, η Α΄ προς Θεσσαλονικής Επιστολή, μεσολαβούν 17-18 έτη! Εις ποιο κείμενο ενέμεναν οι πρώτοι Χριστιανοί όλα αυτά τα έτη; Επάνω εις τί οικοδομούσαν την ζωή και την πίστη τους τα συγκεκριμένα αυτά έτη; Μήπως εις την ΠΡΟΦΟΡΙΚΗ διδασκαλία τών Αποστόλων; Υπήρχε Εκκλησία αυτά τα έτη τη στιγμή που δεν υπήρχε καν γραπτή Καινή Διαθήκη; Και βέβαια υπήρχε!

   Άρα για να υπάρχει Εκκλησία ΔΕΝ είναι απαραίτητο να υπάρχει ΓΡΑΠΤΟ κείμενο, δηλαδή ΓΡΑΠΤΗ διδασκαλία, αλλά ΠΡΟΦΟΡΙΚΗ! Άρα, αγαπητοί Προτεστάντες, η ύπαρξη και το πιστεύω τής Εκκλησίας ΔΕΝ ΕΞΑΡΤΑΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΓΡΑΦΗ, όπως εσφαλμένως θεωρείτε, αλλά συμβαίνει το ακριβώς αντίστροφο: οι αλήθειες τής Γραφής (η ερμηνεία δηλαδή τών αληθειών που περιέχει) εξαρτώνται από την Εκκλησία, εφόσον ΑΥΤΗ ΚΑΙ ΜΟΝΟΝ (ΩΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΤΩΝ ΑΛΗΘΕΙΩΝ ΤΗΣ) ΕΙΝΑΙ ΣΤΥΛΟΣ ΚΑΙ ΕΔΡΑΙΩΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ!!! (Α΄ Τιμ. 3:15)




ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

ΠΡΑΞΕΙΣ Β'41-42) Προστέθηκαν εν εκείνη τη ημέρα έως τρείς χιλιάδες ψυχές και ενέμεναν εν τη διδαχή των αποστόλων. ΕΦΕΣΙΟΥΣ Β'20) επικοδομηθέντες επί το θεμέλιο αποστόλων και προφητών, ΟΝΤΟΣ ακρογωνιαιου λίθου αυτού του Ιησού Χριστού. Α΄ ΤΙΜΟΘΕΟΥ Β'7) "εις το οποιο ετάχθην εγώ κήρυξ και απόστολος...και διδάσκαλος των Εθνών εις την πιστην και εις την αλήθεια"!

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Επειδή εις όσους Προτεστάντες έχουμε απευθύνει αυτήν την ερώτηση που ακολουθεί, απάντηση δεν έχουμε ακόμη λάβει, ευελπιστούμε τουλάχιστον από ΕΣΑΣ Προτεστάντη να μάς διαφωτίσετε επ’ αυτού. Είναι κοινός τόπος, ότι η έναρξη τής (Αποστολικής) Εκκλησίας έγινε ΑΝΗΜΕΡΑ τής Πεντηκοστής με τούς πρώτους τρεις χιλιάδες πιστούς, που πίστευσαν εις το κήρυγμα τών Αποστόλων κι εβαπτίσθησαν. Το κείμενο τών Πράξεων λοιπόν μάς λέγει, ότι εκείνη την ημέρα προσετέθησαν τρεις χιλιάδες ψυχές (2:41).

Εφόσον Εκκλησία προηγουμένως δεν υπήρχε, καθόσον αυτοί οι τρεις χιλιάδες απετέλεσαν την πρώτη Εκκλησία, μπορείτε κ.Προτεστάντη (ορμώμενοι βεβαίως από το Πράξ. 2:41 που ανωτέρω επικαλεσθήκατε) να μάς διευκρινίσετε ΠΟΥ προσετέθησαν αυτοί οι τρεις χιλιάδες πιστοί; Σε ΤΙ ακριβώς προσετέθησαν;  

   Εκ προοιμίου διευκρινίζουμε, ότι δεν θα μάς απαντήσετε επικαλούμενος τον στίχ.47, ο οποίος αναφέρεται εις τούς ΜΕΤΑ την Πεντηκοστή πιστούς, που προσετίθεντο καθημερινώς εις την ΗΔΗ ΥΠΑΡΧΟΥΣΑ Εκκλησία, διότι εμείς αναφερόμεθα εις τον στίχ.41, ο οποίος έχει σχέση με τούς ΑΝΗΜΕΡΑ τής Πεντηκοστής πιστούς, ΜΗ ΥΠΑΡΧΟΥΣΗΣ ΕΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ!

   Ως πιστός χριστιανός λοιπόν που είσθε, κι εμφορούμενος υπό τού Αγίου Πνεύματος, αναμένουμε την εξήγησή σας επ’ αυτού...




ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

 ΕΞΑΛΛΟΥ Ο ίδιος ο κύριος ΤΟΝΙΖΕΙ στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο κεφ, κγ' 9 ΜΗΝ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΚΑΝΕΝΑΝ "ΠΑΤΕΡΑ" ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ ΓΙΑΤΙ ΕΝΑΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΜΑΣ, ΚΑΙ ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ. ΑΛΛΑ ΕΣΕΙΣ ΜΗΝ ΟΝΟΜΑΣΘΗΤΕ ΡΑΒΒΙ. . .Σεβασμιότατε, Παναγιώτατε, μακαριότατε, Αγιότατε...Κ.Τ.Λ.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Εις αυτήν την ένσταση, που ως «καραμέλα» αναμασούν και διαιωνίζουν οι Προτεστάντες, έχουμε απαντήσει με ειδική μελέτη (http://agiaparaskeyh.blogspot.gr/2016/01/blog-post.html) εις την οποίαν όμως ορισμένοι επιμένουν να σφυρίζουν αδιάφορα και να εθελοτυφλούν.




   Παρόλο, αγαπητοί αναγνώστες, που ο Προτεστάντης «διαρρηγνύει τα ιμάτιά του», ότι κανέναν δεν πρέπει να ονομάζουμε «πατέρα» επί τής γης, εν τούτοις, εις τον διάλογο που διεξήγαγε με τον κ.Γιάννη Γιαννάκη, δεν έχει ΚΑΝΕΝΑ πρόβλημα να αποκαλέσει τούς Αποστόλους «ΠΑΤΕΡΕΣ» γράφοντας επί λέξει:

«Όταν λέμε Αποστολικούς πατέρες μην πάς σε αυτούς που θέτεις, αν και θα πούμε και για αυτούς. Να πάς στους πρώτους ΠΑΤΕΡΕΣ της Εκκλησίας, τους γνήσιους τους αποστόλους» (τα κεφαλαία δικά μας) και επίσης: «Αερολογίες και ψευδεπίγραφα κείμενα είναι όλα αυτά τα υποτιθέμενα κείμενα της ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΣΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, όχι της ΙΕΡΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ, που είναι: ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ. Αυτοί είναι οι γνήσιοι πατέρες. Αυτή είναι η γνήσια παράδοση» (η υπογράμμιση δική μας τα κεφαλαία τού συντάκτου τού σχολίου)

   Μπορεί βέβαια να τού ξέφυγε ο όρος «ΠΑΤΕΡΕΣ» ή «ΓΝΗΣΙΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ», αλλά ο σοφός λαός λέγει την εξής παροιμία σε παρόμοιες περιπτώσεις:

«ΓΛΩΣΣΑ ΛΑΝΘΑΝΟΥΣΑ Τ’ ΑΛΗΘΗ ΛΕΓΕΙ»!!!


ΕΓΡΑΨΕ Ο ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΗΣ

ΕΤΣΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΜΕΤΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΟ 300 Μ.Χ. ΠΟΥ ΚΟΠΤΟΝΤΑΙ ΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ; ΠΑΤΕΡ ΜΟΥ ΠΑΤΕΡ ΜΟΥ;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

   Σάς ενημερώνουμε, αγαπητέ Προτεστάντη, ότι η προσφώνηση «πάτερ μου, πάτερ μου», είναι κατά ΠΟΛΛΟΥΣ ΑΙΩΝΕΣ αρχαιοτέρα από το 300μ.Χ. που αναφέρετε. Για να το διαπιστώσετε δεν έχετε παρά να διαβάσετε το Β΄ Βασιλ. 2:12 όπου κατά την διάρκεια τής αναλήψεως τού προφήτου Ηλία, ο μαθητής του Ελισσαίος, απευθυνόμενος εις αυτόν, τον προσφωνεί «πάτερ μου, πάτερ μου» καθώς και το Β΄ Βασιλ. 13:14 όπου ο βασιλεύς τού Ισραήλ Ιωάς αποκαλεί ΜΕ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΡΟΠΟπάτερ μου, πάτερ μου») τον προφήτη Ελισσαίο!!! Οπότε πριν αρχίσετε να ειρωνεύεστε αλήθειες τής πίστεως καλύτερα θα ήταν να διαβάζατε με μεγαλύτερη προσοχή το βιβλίο ΠΟΥ ΥΠΟΤΙΘΕΤΑΙ ότι πιστεύετε και ακολουθείτε!



   Αυτά τα λίγα :) είχαμε προς το παρόν να απαντήσουμε εις τον Προτεστάντη σχετικά με το ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΟ κείμενο που συνέταξε κατά τών Πατέρων τής Εκκλησίας και τής διδασκαλίας τους! Είναι τώρα ελεύθερος να απαντήσει και να αντικρούσει ή διαψεύσει αυτά που γράψαμε.

Όσο για το «ΞΕΠΟΥΠΟΥΛΙΑΣΜΑ» που ΠΙΣΤΕΨΕ (!!!) ότι έκανε εις την Ορθοδοξία με το κείμενο που δημοσίευσε, μάλλον θα πρέπει να το ξανασκεφθεί ΚΑΛΥΤΕΡΑ, κι αν αδυνατεί να το καταλάβει, τότε καλύτερα να τον συμβουλεύσει κάποιος ομόπιστός του επ’ αυτού. Ίσως ΑΥΤΟΣ εκ τού οποίου ήντλησε και δημοσίευσε αυτό το προκλητικό κείμενο, το οποίον αναμένουμε ΚΑΙ ΑΥΤΟΝ να προσέλθει εις τον παρόντα διάλογο, ώστε να δώσει «χείραν βοηθείας» εις το ομόπιστο αδελφάκι του!

ΟΧΙ ΤΙΠΟΤΕ ΑΛΛΟ ΑΛΛΑ ΕΑΝ ΟΙ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΕΣ ΣΥΝΕΧΙΣΟΥΝ ΝΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΥΝ ΠΑΡΟΜΟΙΑ  Σ Α Θ Ρ Α  ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΑΥΤΗΣ ΤΟΤΕ ΘΑ ΕΚΤΕΘΟΥΝ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΚΑΙ ΠΑΕΙ ΛΕΓΟΝΤΑΣ!!!

ΑΣ ΤΟ ΣΚΕΦΤΟΥΝ ΛΟΙΠΟΝ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΦΟΡΑ ΠΟΥ ΘΑ ΑΠΟΠΕΙΡΑΘΟΥΝ ΝΑ «ΞΕΠΟΥΠΟΥΛΙΑΣΟΥΝ» ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΔΙΟΤΙ ΟΠΩΣ ΠΕΡΙΤΡΑΝΩΣ ΑΠΕΔΕΙΧΘΗ.....


Ε Χ Ο Υ Ν  Γ Ν Ω Σ Η  Ο Ι  Φ Υ Λ Α Κ Ε Σ !!!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου